Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

Κυνηγετικές παραγγελιές ...

«Θέλω ένα μεγάλο μπούτι από αγριογούρουνο, έξι, οχτώ κιλά, δεν με πειράζει. Έχω τραπέζι σπίτι και … καταλαβαίνεις. Θα μου φέρεις; Με το αζημίωτο φυσικά».

Αυτά άκουγα, ή μάλλον αυτή τη παραγγελιά πήρα, από άνθρωπο που στο γιορτινό τραπέζι θέλει οπωσδήποτε να έχει και μπούτι αγριογούρουνου. Τον κοίταξα καλά, και με σοβαρό ύφος του είπα: Μα και συ ζητάς ένα μπούτι, το άλλο τι θα το κάνω; Να μου μείνει αμανάτι;
Δεν κατάλαβε φυσική την σκωπτική μου απάντηση ο συνομιλητής μου. Και δεν είχα λόγους να του εξηγήσω πως παίρνουμε στο κυνήγι μας το κρέας, αλλά και πόσο μας αναλογεί κάθε φορά που έχουμε θηρεύσει ένα άγριο. Εκείνο που παρατήρησα δοθείσης της αφορμής, είναι πως το αγριογούρουνο έχει μπει για τα καλά στην διατροφική συνήθεια του Έλληνα. Κι αυτό γιατί, εμείς οι κυνηγοί του κάπρου, το κρέας που κάθε φορά μας αναλογεί, το προσφέρουμε σε φίλους μας καλούς για να γευτούν κι αυτοί τις δικές μας χαρές και να νιώσουν ίσως τους μεγάλους κόπους που απαιτούνται για την θήρευση του. Αλλά πάντοτε, κάποιοι θα μείνουν παραπονεμένοι γιατί οι ποσότητες που θηρεύουμε δεν αρκούν για όλους.
Η παραγγελιά που ανέφερα, προφανώς δείχνει άγνοια των πραγμάτων. Ενδεχομένως να άκουσε ο συνομιλητής μου ότι πουλάνε άγριο και σκέφτηκε να παραγγείλει κι αυτός. Δεν τον αδικώ, κάθε άλλο μάλιστα. Και πάλι, πουλάνε μερικοί κυνηγοί ότι τους απομένει, αλλά αυτές είναι ποσότητες μικρές. Και το κάνουν για να καλύψουν μέρος των εξόδων του κυνηγίου αυτού που σήμερα δυστυχώς είναι αβάσταχτα. Υπάρχουν φυσικά και εκείνοι οι λαθροθήρες που την στήνουν στα νερά και όπου θα πάει το γουρούνι για βοσκή, και καταστρέφουν ακόμα και κοπάδια. Αυτοί έχουν άλλες «ανάγκες». Δεν το κάνουν ούτε για το γιορτινό τραπέζι, ούτε για να προσφέρουν σε φίλους, ούτε για να κάνουν δωρεές σε απόρους. Αυτοί είναι παράνομοι έμποροι, επαγγελματίες, που θέλουν μεγάλες ποσότητες για να καλύψουν τη ζήτηση των πελατών τους, ή ακόμα για να προσφέρουν το εξαίσιο έδεσμα στις ταβέρνες τους χρεώνοντας την μερίδα 20 και 25 ευρώ!
Εντυπωσιακό είναι επίσης, πόσος κόσμος googleάρει συνταγές για αγριογούρουνα. Και το λέω με επίγνωση, βλέποντας τα στατιστικά στοιχεία από το blog που έχω. Οι περισσότεροι επισκέπτες έρχονται από το google αναζητώντας την καλύτερη συνταγή. Και σε ένα κυνηγετικό blog μετά έρχονται οι επισκέπτες για το κυνήγι. Δεν είναι παράδοξο; Αν αυτό συνέβαινε πριν 10 χρόνια θα ήταν παράδοξο. Σήμερα όμως το κυνήγι του κάπρου είναι διαδεδομένο. Και οι περισσότεροι έχουν ένα φίλο που κυνηγά αγριογούρουνα.
Όσοι με ξέρουν, γνωρίζουν καλά ότι δεν καταναλώνω καθόλου κρέας πλην από εκείνο του κυνηγίου. Αυτό συμβαίνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Οι διατροφικές μου συνήθειες περιλαμβάνουν κρέας μόνο όταν επιτρέπεται το κυνήγι. Τα σκουπίδια που έχουν μεγαλώσει με ένα σωρό δηλητήρια μόνο και μόνο για να φουσκώσουν γρήγορα και να αποκτήσουν βάρος, δεν μου λένε απολύτως τίποτα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ζαρζαβατικά που αναπτύσσονται με χημικά λιπάσματα. Εκεί η ζημιά είναι ακόμα μεγαλύτερη αφού καταστρέφονται και οι υδροφόροι ορίζοντες.
Τελικά, στην χώρα μας, οικολογική συνείδηση έχουν ως επί το πλείστον οι κυνηγοί – εκείνοι όμως που σέβονται τους κανόνες του κυνηγίου, και ελάχιστοι οικολόγοι. Και να πω εδώ ότι οι πραγματικοί οικολόγοι, αυτοί οι άνθρωποι που έχουν μελετήσει την φύση και την αγαπούν, δεν είναι αντίθετοι στο κυνήγι. Το αντίθετο μάλιστα. Αντίθετοι και απόλυτοι είναι όσοι οικολογούν από μακριά, άνθρωποι συνήθως της πόλης που ακόμα και αυτή τη βροχή τη θεωρούν χαλαζόπτωση! Άνθρωποι δηλαδή που αγνοούν βασικά πράγματα της φύσης αλλά φεύ, κόπτονται περί αυτής. Ας είναι. Τα δικαστήρια δεν είναι η λύση για το κυνήγι. Και το γνωρίζουν πολλοί αυτό. Αλλά, έχουν ανάγκη μερικές φορές να αποκτούν δημοσιότητα, να δίνουν ένα τόνο αναγνώρισης στη μιζέρια τους …
============

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013.

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Το δώρος της Αρτέμιδος ...

Πέρασε και η εποχή της συλλογής της ελιάς – τουλάχιστον για τους περισσότερους. Η παραγωγή ήταν και φέτος πολύ καλή λένε οι γνωρίζοντες, που σημαίνει ότι θα ανασάνει κατά κάποιο τρόπο η οικιακή οικονομία και όχι μόνο.

Δυστυχώς, δεν έχω λιόδεντρα. Κάτι βουνά πουρναροσκέπαστα μονάχα έχω, που έτσι και τα κλείσω θα φτιάξω την μεγαλύτερη ρεζέρβα της Πελοποννήσου! Όμως, ζηλεύω τους φίλους μου που έχουν 50, 100, 200, ρίζες ελιές και σκύβουν με τα λιόπανα και συγκεντρώνουν τον θείο καρπό. Ευλογημένοι όσοι κοπιάζουν για το ιερό και πανάρχαιο δέντρο.
Αυτά εκμυστηρευόμουν πριν από χρόνια σε μια τηλεστάρ που τυχαία αντάμωσα σε παρέα της διανόησης. Και αυτή, για να μου γλυκάνει την πίκρα και τον καημό, μου αφιέρωσε στις επόμενες ημέρες την εκπομπή της: «στον Βουνάρχη με αγάπη», και ράγισαν οι συχνότητες, συγκινήθηκα κι εγώ, αλλά λιόδεντρα ακόμα δεν αξιώθηκα να αποκτήσω. Που θα πάει όμως, 50 ρίζες ελιές κάποτε θα γίνουν κατάδικές μου, και θα σκύβουμε με την πετροπέρδικα να απλώνουμε τα λιόπανα, να ραβδίζουμε, να ιδρώνουμε, να κουραζόμαστε, και να ευλογάμε τη θεά Δήμητρα για τους καρπούς της.
Τα είχαν φτιάξει καλά τα πράγματα οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Κάθε θεός και μια ειδικότητα. Και για το κυνήγι μας σμίλεψαν εκείνη τη πανέμορφη Άρτεμη, που αντί για πορτοκαλί γιλέκο φόρεσε την φαρέτρα με τα δηλητηριώδη βέλη της και λάβωνε θανάσιμα κάθε θνητό που σήκωνε το κεφάλι του με λάγνο τρόπο στα κάλλη της θεάς. Όσοι όμως κοιτούσαν τη δουλειά τους και δεν νοιαζόντουσαν για θεϊκές έννοιες, περνούσαν καλά στην εξοχή και στα δάση, κυνηγούσαν ελεύθερα και άφοβα τα θηράματα που λαχταρούσαν.
 
Το δικό μας το θήραμα, το παρακολουθούσαμε καιρό. Καπρί θεριό, πάντα μονάχο του, να βαδίζει αργά και να ταρακουνιέται η γης. Το είχαμε, και πάντα το χάναμε, το κλείναμε και πετούσε σαν αερικό, το βλέπαμε στο πουθενά και ξαφνικά σκόνη γινόταν, αιθέρας. Κάναμε πολλές σπονδές στη θεά να μας το δώσει, ύμνους της απαγγείλαμε, σφάγια της δωρίσαμε. Και συγκινήθηκε η αλαφροΐσκιωτη αρχόντισσα του δάσους και μας το χάρισε. Και διάλεξε την μέρα της προσφοράς της.
Έξι άτομα συγκεντρωθήκαμε προχθές στον πουρναρότοπο. Λίγοι δεν είμαστε; ακούστηκε η φωνή κάποιου. «Είμαστε όσοι πρέπει για το θεριό», έσπασε τη σιωπή η φωνή του αρχηγού. Αργά τα λόγια, μεταλλικά, μας έκαναν να ριγήσουμε και να κοιτάμε γύρω μας. «Σήμερα είναι η μέρα μας, σήμερα έχουμε το ραντεβού με τον μύθο του δάσους», έσωσε τον λακωνικό λόγο του. 
Εγώ το ήξερα, το είχα νιώσει. Δεν είχα μυρίσει ακόμα την καπρίλα του, αλλά η αύρα της θεάς με τα βέλη της, ήταν έντονη, λάμπρυνε την βροχερή και κρύα μέρα. Και σηκωθήκαμε από τη φωτιά του καφέ και του ονείρου, φορτωθήκαμε τα σακίδια μας και αμίλητοι φτάσαμε ο καθένας στη θέση του. Ήμασταν έτοιμοι για την μεγάλη συνάντηση. Αερικά κι εμείς, παιδιά της όμορφης θεάς.
Το θεριό σηκώθηκε, φύσηξε ολόγυρά του και τα σκυλιά πετάχτηκαν 10 μέτρα πίσω, τέτοια δύναμη είχαν τα πλεμόνια του. Δεν το πλησίασαν πάλι κοντά. Από απόσταση ασφαλείας του βαρούσαν στάμπα, μα ο μοναχικός άρχοντας του δάσους γελούσε τρανταχτά μαζί τους. Κι έγειρε το σώμα του αντίθετα από τα καρτέρια, να πετάξει ήθελε πάλι, και θα τα κατάφερνε, αν ο αρχηγός μας,  δεν είχε γίνει πέτρα πάνω στη πέτρα, αν δεν είχε ριζώσει στο λιθάρι της ελεύθερης στράτας. Και το θεριό του όρμησε. Μα αυτός δεν δείλιασε, ξέρασε τη φωτιά, ή όχι; Μήπως πέταξε τα βέλη της θεάς; Μήπως αυτή τον καθοδηγούσε; Και το θεριό λαβώθηκε, έπεσε, μα σηκώθηκε πάλι. Βγήκε σε τόπο ανοικτό, αδιάφορο και τραυματισμένο. Από πίσω ο αρχηγός, από απόσταση ασφαλείας κι αυτός. Μέχρι που το είδε να πέφτει πάλι.
Σίμωσε κοντά ο αρχηγός, άκουσε ένα αλαφρό θρόισμα, σαν να είδε μια σκιά, τη φιγούρα της θεάς να απομακρύνεται. Έβγαλε από την αποθήκη του τα δυό φυσίγγια κι ακούστηκε η φωνή του: «ελάτε, κυνήγησε και η Άρτεμις μαζί μας σήμερα.  
==============
 

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

 

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Σκυλιά του «μεταφραστικού» …

Ο χαλασμένος κυκλώνας που έφτασε από τα δυτικά, γιόμισε απελπισιά τον κόσμο, τόση πολύ βροχή είχε ακόμα μέσα του. Και αμπαρώθηκε στα σπίτια του φοβούμενος τα χειρότερα. Μονάχα η καλή μου πέρδικα έσκιζε τις επικίνδυνες στροφές για να έλθει στη ζεστασιά του καμένου ξύλου, και στην αγκαλιά που την περίμενε.

Το λιτό γεύμα της αγάπης, το κόκκινο – φυλαγμένο καλά,  από την πολυκαιρία κρασί που ανοίχθηκε για τα ζεστά της χείλη, η γρατζουνισμένη μουσική από προπολεμικά ρεμπέτικα που σάρωνε τον μικρό χώρο της ζεστής γωνιάς, η βροχή που δυνάμωνε έξω μα και η φλόγα που άναβε μέσα, μας έκαναν να ξεχαστούμε αντικρίζοντας κατάματα τη ζωή μας.

Έξω, ακουγόταν η σκύλα που και που να γρατζουνάει πότε την πόρτα και πότε να αγριεύει (τάχα μου). Δεν την είχαμε ξεχάσει, πως θα μπορούσαμε άλλωστε. Και στην ώρα της γευμάτισε κι αυτή, αλλά κρασί δεν της δώσαμε, το μπουκάλι δεν έφτανε για τη δική μας δίψα.

Το πρωί, αχάραγα ακόμα, άφησα τη ζεστή αγκαλιά και σηκώθηκα. Έφτιαξα την καυτή σοκολάτα μου, και κάθισα αντικριστά στο τζάκι που σιγόκαινε. Οι ψίθυροι του έβγαζαν ήχους αρμονικούς. Βυθίστηκα στη σιωπή της φωτιάς και για λίγο – όσο κρατεί μια ζεστή σοκολάτα, ένιωθα ευτυχής. Για αυτά τα λίγα που είχα ή τα πολλά ίσως. Η γλυκιά πέρδικα κοιμόταν, ελαφρά, σαν πουλάκι στη ζεστή φωλιά του. Ετοίμασα με προσοχή τα πράγματα μου και βγήκα από το σπίτι.

Στο βουνό έφτασα στην ώρα μου. Την ώρα του διαλογισμού και των σχεδίων. Μία από τις καλύτερες στιγμές στο κυνήγι μας, γιατί θωρούμε ότι το σχέδιο που αναλύεται από τον αρχηγό, είναι τόσο άψογο και εφικτό, που μετά απορούμε τι στράβωσε και χάθηκαν οι κόποι μας. Όμως τα γουρούνια μπορεί να χάνονται μερικές φορές, αλλά τα κέρδη από την επαφή με την υγρή γη δεν μετριούνται, είναι πολλά και μεγάλα.

Όμως το κυνήγι μας πήγε καλά, όλα τα παιδιά μόχθησαν, βράχηκαν, ίδρωσαν, σακατεύτηκαν στα περάσματα του πυκνού δάσους. Και μπορεί ο λόγος του αρχηγού να είναι κοφτός πολλές φορές, δεν έχει όμως μέσα του την παράνοια λόγου χάρη που είχε ο λόγος του νιόφερτου κυνηγού που αντί να προσαρμοστεί στα χούγια της ομάδας μας, άρχισε να βγάζει λόγους πύρινους, άσκοπους, ανάλατους, και δυστυχώς κακεντρεχείς. Όχι, ο λόγος του αρχηγού είναι στέρεος, αν και μερικές φορές εκνευρίζεται επειδή κάποιος θα κοιμηθεί λιγάκι παραπάνω εκεί που περιμένει. Δεν λέω, τον υπνάκο μας στο βουνό, κάποια στιγμή, όλοι μας, για δέκα έστω λεπτά θα τον απολαύσουμε, θα ξεχαστούμε από την κούραση και θα γείρουμε τα βλέφαρά μας. Αρκεί ο γλυκός αυτός ύπνος να μην έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παγάνα μας.

«Να δοκιμάσουμε και τα δυό σκυλιά σήμερα» που έφερε ο «σκληρός» της ομάδας, ακούστηκε να λέει κάποιος. Από Τουρκία, Σκόπια, δεν συγκράτησα τον τόπο προέλευσης.  Αλλά τα σκυλιά αυτά συνήθως δεν κάνουν στο δικό μας κυνήγι, δεν προσαρμόζονται εύκολα στο πυκνό πουρνάρι. Και εν μέσω κυνηγίου δεν ενδείκνυται η δοκιμή τους τόσο. Αλλά τα δοκιμάσαμε. Και δεν πήγαν καλά. «Λογικό είναι, δεν ξέρουμε και τη γλώσσα τους!», ακούστηκε έτερος καππαδόκης με διάθεση σκωπτική. Πάντως, κανά δυό φορές που φώναξα στα σκυλιά της αλλοδαπής: «έλα εδώ, κάθισε κάτω κτλ…», έδειχναν να γνωρίζουν και την ελληνική γλώσσα!.

Μυστήριες κάτι φορές και οι βαθιές σκέψεις των εμπόρων σκύλων. Αντί να πουλάνε καλά εκπαιδευμένα σκυλιά στο κυνήγι, πουλάνε σκυλιά πολύγλωσσα…

 =============

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013.