Ο καιρός μόνο για κυνήγι δεν ήταν. Τα κανάλια, οι μετεωρολογικές υπηρεσίες, οι διάσπαρτοι δορυφόροι, τα εξαμήνια, οι γέροντες του χωριού, οι κάβουρες που βγήκαν από τα ρέματα «περπατητό» στους αγροτικούς δρόμους, τα πουλιά που πέταγαν γρήγορα να λουφάξουν, τα βαριά σύννεφα που σκέπαζαν τον ουρανό και έκαναν τη μέρα νύχτα, ο κούκος που λάλαγε στη βεράντα του σπιτιού, ένα πράγμα έλεγαν με γλώσσες διαφορετικές: «καθίστε σπίτι και ανάψτε το τζάκι να πυρωθείτε. Διαβάστε κάποιο καλό βιβλίο, ακούστε μουσική, παίξτε τάβλι και σκάκι, ερωτευθείτε, σωπάστε και ακούστε τους ήχους της φύσης». Η φίλη μου η Σίσσυ δεν ταξίδεψε στη Μυγδαλιά της Γορτυνίας με το Στάθη, διότι, ο καιρός ήταν άστατος (!). Και δεν έφταιγε αλήθεια αυτή μα ούτε και ο Στάθης που «φοβήθηκε» τα δελτία καιρού. Που να ταξιδεύεις υπό καταρρακτώδη βροχή στους δύσκολους δρόμους της Αρκαδίας; Και βέβαια η Σίσσυ και ο Στάθης έχασαν τη μεγάλη βροχή του Σαββάτου, έχασαν όμως και τον μαγευτικό ήλιο της Κυριακής. Αλήθεια επίσης είναι ότι αν συνηθίσεις τη ζωή της πόλης, δύσκολα ξεφεύγεις απ’ αυτήν, αν όλες οι συνθήκες δεν είναι οι ιδανικότερες. Αυτό που συνέβη στη Σίσσυ, συμβαίνει και στην Έλενα, και στην Γεωργία, και στην Καλή, και όλως τυχαίως, αυτές οι φίλες μου είναι και οικολόγες. Όχι της βαθιάς οικολογίας όπως η χάρη μου (!), έχουν όμως στο αίμα τους το άρρωστο (!) τις ανησυχίες εκείνες τις οικολογικές που τις κόλλησαν από τις ανάγκες της πόλης ή μάλλον από την απουσία της επαφής με τη φύση τους δύσκολους μήνες του χειμώνα που δειλά αλλά σταθερά κάνει την εμφάνισή του. Εμείς, οι κυνηγοί, οι «αιμοδιψείς και δολοφόνοι», με την καταρρακτώδη βροχή βγήκαμε στο βουνό. Όχι για να κυνηγήσουμε – και τα σκυλιά μας με τέτοιες συνθήκες ταλαιπωρούνται άδικα, όμως, θέλαμε, επιδιώκαμε τη στενή επαφή με το πυκνό, με τη μουσκεμένη γή, με τις λάσπες. Είχαμε ανάγκη τα χτυπήματα της καταιγίδας στο πρόσωπό μας, τους ζεστούς καφέδες στην μεγάλη υγρασία. Το κέρδος από την βόλτα μας κάτω από αυτές τις συνθήκες, ήταν η γλυκιά κούραση, η βροχή που έφτασε μέχρι τα κόκκαλα μας, τα μουσκεμένα ρούχα μας που τα αλλάξαμε γρήγορα, και εκείνες οι θεϊκές μυρωδιές που δυστυχώς η Σίσσυ και ο Στάθης δεν συνάντησαν.
Για την καλή μου όμως δεν μπορώ να πω κουβέντα. Δεν καταλαβαίνει από καιρούς δύσκολους. Εκεί στα βραχώδη όρη της Κινέττας οι καιροί αλλάζουν όσο να στρίψεις ένα τσιγάρο. Και έχει συνηθίσει τους βοριάδες που κατεβαίνουν προς τη θάλασσα. Και οι βοριάδες χειμώνα καιρό δεν είναι εύκολη υπόθεση.
-------------------------------------------------------------------
Αφιερωμένο στη Σίσσυ που δεν ... μασάει από καιρούς (!)