Προχθές το Σάββατο που πήγαινα για τα κυνηγοτόπια της Αρκαδίας, πλήρης ερημία βασίλευε στις εθνικές οδούς – και ήταν κατά τις 3.30 το πρωί – ώρα που οι κυνηγοί γιομίζουν τους άδειους δρόμους και τους δίνουν νοστιμάδα.
Έτρεξε ο συλλογισμός μου στα περσινά κυνήγια, στα φώτα που ήσαν αμέτρητα και φώτιζαν την νύκτα στους δρόμους για τα μεγάλα κυνήγια. Και με έπιασε μελαγχολία. Πως αφήσαμε, πως επιτρέψαμε – σε εμάς πρώτα και ύστερα στους άλλους να γίνουμε έτσι; Ίσως, οι ιστορικοί του μέλλοντος που θα εξιστορήσουν με τον δικό τους επιστημονικό τρόπο την θλιβερή περίοδο που διανύουμε, ίσως να αναρωτηθούν: «μα καλά, δεν έκαναν εκείνοι οι άνθρωποι δικαστήρια να στείλουν στις κρεμάλες τους προδότες και τους κλέφτες;»
Το κυνήγι μας, δεν χρειάζεται πλέον άλλες επίσημες και ελεεινές απαγορεύσεις, δεν χρειάζονται προεδρικά διατάγματα για το περιβάλλον και την θήρα, δεν χρειάζεται καν ο αγώνας όλων μας για το ελεύθερο παραδοσιακό κυνήγι, όπως το μάθαμε από τους παλιότερους και το φτάσαμε ως εδώ με μικρές παραλλαγές. Το κυνήγι φεύγει σιγά – σιγά από την ζωή μας γιατί οι συνθήκες εξαθλίωσης που μας επέβαλαν στο όνομα της μελλοντικής και πάλι ευημερίας μας, οι «αγορές» και οι διεθνείς οργανισμοί, δεν μας αφήνουν περίσσευμα για να πάμε στο βουνό και να αναπνεύσουμε καθαρό και φρέσκο αέρα. Τα πολιτικά συστήματα, οι σύγχρονες δημοκρατίες, η παγκοσμιοποίηση, οι οικονομικές φιλοσοφίες που διδάσκονται στα αμερικάνικα πανεπιστήμια – και από την πηγή αυτή αντλεί όλος ο μορφωμένος ντουνιάς ιδέες γελοίες και στείρες, ο ακραίος φιλελευθερισμός, ο ληστρικός, τύπου Ελλάδας σοσιαλισμός, ο πάλαι ποτέ φασιστικός κομμουνισμός, οι δικτατορίες τύπου Λατινικής Αμερικής, μα και όσα ακόμα πολιτικά καθεστώτα που κυκλοφορούν ανά την υφήλιο, επί της ουσίας έναν μεγάλο εχθρό έχουν, τον ελεύθερο άνθρωπο – αυτόν που τον έφεραν και τον έκλεισαν στις πόλεις – στα πιο εγκληματικά κατασκευάσματα που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Ο ελεύθερος άνθρωπος ζούσε στα βουνά και στις κοιλάδες, δίπλα στα ποτάμια και στις λίμνες, και ζούσε ανεξάρτητος, δουλεύοντας μόνο για τα προς το ζην – και κυνηγούσε, ψάρευε, καλλιεργούσε την γη, έκαμε παιδιά, πάλευε με τις αντάρες της φύσης, και έκτισε τα σπίτια του από πέτρα και λάσπη, έψησε κεραμίδια και τα έβαλε για την στέγη του, και δεν έσκυβε σε κανένα θεό και σε κανένα δόγμα. Ήταν ελεύθερος, με το κεφάλι ψηλά και κοιτούσε με ζήλεια τον αετό. Τότε όμως, όπως μαθαίνουμε σήμερα από τους πανεπιστήμονες, ο άνθρωπος ήταν απολίτιστος, ενώ σήμερα………
Χάθηκε ο απολίτιστος άνθρωπος και εντάχθηκε στην πόλη, και ως δια μαγείας του βίασαν την ψυχή και το μυαλό. Και από άνθρωπος έγινε αίφνης πολίτης, προόδευσε και έγινε «κοινή γνώμη», παράτησε την ελευθερία της γης και ζει σε κλουβόσπιτα πολυτελείας – και μαθαίνει για την φύση από τις τηλεοράσεις, ενημερώνεται για το περιβάλλον από τις κυβερνητικές εξαγγελίες, ερωτεύεται και ανταλλάσει απόψεις μέσα από το διαδίκτυο – και έχει την πεποίθηση ότι είναι καλά στην υγεία του, εννοώ την ψυχική. Πιστεύει ο πολίτης σήμερα ότι η ζωή που διάγει και είναι σύντομη παναθεμά την, κάπως έτσι πρέπει να είναι.
Το κυνήγι, είναι μία από τις σπάνιες ανθρώπινες ενασχολήσεις που θυμίζουν έστω και λίγο στον σημερινό πολίτη την αληθινή καταγωγή του. Και αυτός είναι ο κύριος λόγος που το πολεμούν με κάθε βρώμικο τρόπο, με κάθε μέσο, εκείνοι οι σχεδιαστές της νέας εποχής μας - που όντως είναι συναρπαστική, και ας αποτυγχάνει συνεχώς με ότι αυτοί καταπιάνονται.
Ηττηθήκαμε σαν άνθρωποι από δικά μας εφευρήματα, από τις δικές μας μεγάλες ανάγκες και ξεφύγαμε από τον αρχικό μας σκοπό – που ήταν, να φτάσει ο άνθρωπος ψηλά το πνεύμα του. Ποιος ξέρει τι έφταιξε, η αλαζονεία μας; η δύναμη που πήραμε από την ανεκτικότητα των άλλων; ο λάθος ηράκλειος δρόμος μας; Σημασία έχει ότι σήμερα δεν ζούμε στην Ελλάδα που γεννηθήκαμε, που μεγαλώσαμε. Ζούμε σε μία άλλη άγνωστη και πολύ σκληρή χώρα που μόνο το όνομα της έμεινε ίδιο να μας την θυμίζει.
Ας κυνηγήσουμε όσο μπορούμε ακόμα, όσο μας το επιτρέπει το υστέρημα μας και η καρδιά μας. Γιατί μόνο εκεί, στα άγρια δάση και στις βελανιδιές, μονάχα στο πλαγιοκόπημα του ανέμου και στα κορφοβούνια, εκεί στις γαλάζιες λίμνες και στην λαμπερή θάλασσα, στην φύση, και πουθενά αλλού δεν θα βρούμε και πάλι τον χαμένο μας προορισμό. Ας γίνουμε από πολίτες και πάλι άνθρωποι …
===========================
Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011.