Το ξημέρωμα του Σαββάτου η ομάδα μας έψηνε τον καφέ της σε απάγκιο μέρος του βουνού, αφού ο θυελλώδης βοριάς με την δύναμη που είχε μας δημιουργούσε ακόμα και προβλήματα ευστάθειας!
Ο καιρός ήταν δύσκολος, ο ουρανός στην αρχή φάνηκε σκοτεινός μα στην συνέχεια ημέρεψε και έλαμψε το φως του ήλιου. Ο βοριάς όμως συνέχιζε το άγριο του κτύπημα. Το μόνο θετικό ήταν ότι η θερμοκρασία δεν άγγιξε το μηδέν και δεν είπαμε: «ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει..» Άγρια ομορφιά, από αυτές που αξίζουν να είσαι στο βουνό, μακριά από τις κάπνες των καφέ και των τόπων που συναθροίζονται συνήθως οι αγανακτισμένοι συμπολίτες μας και τζούρα πάνω στη τζούρα ξεχαρμανιάζουν και πάνε μετά σπίτι τους, κάθονται στον καναπέ και μουντζώνουν τα δελτία ειδήσεων….
Το βουνό είναι για ανθρώπους που το αγαπάνε, και σε αυτό, τούτη την περίοδο συναντάς μονάχα κυνηγούς. Την υπόλοιπη περίοδο από το κυνήγι ελεύθερη, πάλι κυνηγοί θα περπατήσουν για τα άγρια χόρτα τους και τα βοτάνια για τα ροφήματα, και κάπου – κάπου και λίγοι, ελάχιστοι φυσιολάτρες – που συνήθως αυτοί διαβαίνουν στέρεα μονοπάτια, σημαδεμένα από το δημόσιο ταμείο, ασφαλή οπωσδήποτε και φυσικά όμορφα. Συνήθως απαντάς τους περισσότερους πεζοπόρους οργανωμένους, για την ασφάλεια τους περισσότερο φαντάζομαι – αφού και μία μικρή απροσεξία μπορεί να δημιουργήσει ατυχήματα.
Αυτή η μαζική χαρά, η μαζική ευδαιμονία, ποτέ δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Θαρρώ πως για να γευτείς τη φύση, πρέπει να πάς μονάχος ή ακόμα με πολύ μικρή παρέα που ξέρει τι ζητά από την επαφή μαζί της. Δεν είναι και λίγες οι περιπτώσεις που στο βουνό λαμβάνουν χώρα συναγωνισμοί, κόντρες, και ότι φανταστεί κανείς από ανθρώπους που μεταφέρουν σε αυτό τις συνήθειες τους από την πόλη. Πριν χρόνια, κάποιοι ορειβάτες έκαναν κόντρα ποιος θα φτάσει πρώτος από το Μικρό Πάπιγκο στο καταφύγιο της Γκαμήλας στην Πίνδο. Άλλος έκανε μιάμιση ώρα, άλλος δύο παρά κάτι, άλλος δυόμιση. Η κίτρινη ταμπελίτσα πάντως πληροφορούσε (και πληροφορεί) τον πεζοπόρο πως η διαδρομή είναι 3.30 ώρες. Όσες φορές ανέβηκα στο καταφύγιο έκανα πάνω από τέσσερις ώρες. Έκανα τις στάσεις μου στις πηγές της διαδρομής, χάζευα, ξεκουραζόμουν, παρατηρούσα την φύση γύρω μου. Μα και από το καταφύγιο, χωρίς βιασύνες, έπεφτα στη Λάκα του Τσουμάνη και διάβαινα το αριστερό μονοπάτι προς την Δρακόλιμνη, ή περνούσα απέναντι προς την Ρωμιόβρυση και έπαιρνα τον δρόμο για την Γκαμήλα ή τον Καρτερό. Και άλλες πάλι φορές που είχα περισσότερο χρόνο, έφτανα μέχρι πίσω στο Τσεπέλοβο σε 8-10 ώρες. Όλα αυτά με μικρή παρέα, δίχως κραυγές, με ύπνους και ξάπλες στο αλπικό τοπίο, με μια γλυκιά περπατησιά δίχως το άγχος του πρώτου, του νικητή, του «εγώ» που αντίκριζα σε καθωσπρέπει πεζοπόρους- φυσιολάτρες.
Στο Μαίναλο, υπάρχει ένας άγρυπνος φύλακάς του, ένα αγρίμι του δάσους, που δεν επιτρέπει σε κανένα να κόψει έστω και ένα μικρό κλαρί από τα έλατα. Ακραία μάλλον είναι η συμπεριφορά του, μα τον σέβομαι πολύ. Έχει χαρτογραφήσει όλα τα μονοπάτια του θεσπέσιου βουνού. Έχει κάνει πολλά, έχει στήσει μετρητές θερμοκρασίας – και έτσι πέρυσι μέτρησε στο Μαίναλο σε δύο σημεία θερμοκρασίες κατά την νύχτα -29 και -32 βαθμούς. Ότι κάνει για το βουνό, το κάνει από αγάπη γι’ αυτό. Για τον λόγο αυτό τον σέβομαι και τον εκτιμώ πολύ και ας έρχονται σε διάσταση κατά τις λεπτομέρειες οι απόψεις μας. Αυτόν όμως τον άνθρωπο η Πολιτεία δεν τον συμβουλεύεται, αλλά προτιμά τις γνώμες άλλων που πάνε στο βουνό σαν επισκέπτες και που στοιχίζουν δημόσιο χρήμα.
Μαθηματικός στο επάγγελμα ο φύλακας του δάσους, παράτησε την πόλη και εγκαταστάθηκε στην Ελάτη του Μαινάλου. Σπάνια τον βρίσκει κανείς στο χωριό του, στο σπίτι του. Τον καιρό του τον περνά μέσα στο δάσος, στήνοντας παρατηρητήρια πουλιών, χαρτογραφώντας ξεχασμένα μονοπάτια, κάνοντας μαθήματα για την αγάπη στη φύση σε όσους τον ανταμώνουν. Πολλοί τον είπανε εκκεντρικό, αγρίμι, σνόμπ, και μπορεί να είναι όλα αυτά, μπορεί όχι. Εκείνο όμως που δεν είπαν οι φυσιολάτρες ή και οι οικολόγοι που τον αντάμωσαν είναι ότι ο άνθρωπος αυτός δεν αγαπά έτσι απλά την φύση, ανήκει ψυχή και σώμα σε αυτήν.
Αν τον απαντήσετε σε κάποιο πέρασμα του δάσους και τον δείτε με την μηχανή του να φωτογραφίζει πουλιά, πάγους, βότανα, μην του μιλήσετε. Δεν πρόκειται να σας ακούσει και να σας δει. Και καλά θα κάνει …
===================
Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011.