Από τη στήλη τούτη, λένε μερικοί πως έχω γράψει και
καλά πράγματα για το κυνήγι και τους κυνηγούς. Μπορεί να έχουν και δίκιο –
γιατί είμαι βέβαιος ότι κάποιοι άλλοι θα ισχυρίζονται το αντίθετο – και αυτοί
μπορεί να έχουν δίκιο.
Κάθε φορά που κάθομαι για να γράψω νιώθω και λίγο
τρακ – αφού ούτε επαγγελματίας του είδους είμαι, το κυριότερο όμως, είναι που
γνωρίζω ότι στους περισσότερους ίσως να μην είμαι αρεστός. Και τούτο επειδή
θεωρώ υποχρέωση μου να μην διυλίζω τον κώνωπα μα να βαρώ στο μαχαίρι – στο
μέτρο που μπορώ και μου επιτρέπεται. Και λέω μου επιτρέπεται διότι εμείς οι
κυνηγοί πολλά γνωρίζουμε μέσα από την εμπειρία μας, από τις εκφάνσεις του
κυνηγίου – μα δύσκολα όμως μπορούμε να αποδείξουμε πολλές φορές όσα είδαμε
ακόμα και με τα ίδια μας τα μάτια.
Κάποιος ας πούμε λαθροθήρας, που γνωρίζουν ακόμα και
οι πέτρες για τις παράνομες δραστηριότητές του, στο δικό του περιβάλλον
φαίνεται άνθρωπος αξιοπρεπής, καλός στις παρέες του και στις κοινωνικές του εν
γένει συναναστροφές. Αν τολμήσεις να «αγγίξεις» έναν τέτοιο άνθρωπο, υπόδειγμα
«ήθους και καλοσύνης», το πιθανότερο είναι να αποκτήσεις μεγάλους εχθρούς στην
τοπική κοινωνία που είναι πολύ κλειστή και συγχρόνως πολύ συντηρητική για να
δεχτεί ότι ένας «δικός της άνθρωπος» μπορεί και να μην είναι αυτό που φαίνεται.
Η μία πλευρά είναι αυτή, ή άλλη, που είναι και χειρότερη, λέει πως ο κοινωνικός
κύκλος ενός παράνομου αποδέχεται σαν φυσικό γεγονός την παρανομία – αφού
γεύεται σε χρόνο αόριστο τον «κόπο» του ανθρώπου της.
Για να σπάσουν τα δεσμά της σιωπής μα και της
αποδοχής της παράνομης πράξης, χρειάζεται δουλειά πολύ – και κακά τα ψέματα, η
ευθύνη βαρύνει εξ ολοκλήρου τους κυνηγούς της διπλανής πόρτας που βλέπουν,
ακούν, οσμίζονται, αλλά δεν μιλούν. Νομίζουν ότι το θέμα δεν τους αφορά – ή
ακόμα χειρότερα, διέπονται από τον λεγόμενο ωχαδερφισμό.
Εδώ δεν πρέπει να αδικούμε τις κυνηγετικές
οργανώσεις διότι πράγματι πασχίζουν με ποικίλους τρόπους για την εξάλειψη της
λαθροθηρίας. Ή, αν θέλουμε να τις κατηγορήσουμε, ας ξεκινήσουμε πρώτα από εμάς
τους ίδιους και μετά ας πάμε και σε αυτές. Πιθανότατα, και μέσα στις οργανώσεις
υπάρχουν κυνηγοί που έλκουν προς την παρανομία αλλά όπως προείπα, μερικά
πράγματα δεν μπορούν να αποδειχθούν. Αλήθεια ασφαλώς θα είναι ότι κάποιοι από
αυτούς έχουν καλύψει με διάφορους τρόπους ένα φίλο, ή γνωστό, ή συγγενή, που
«υπέκυψε στην αμαρτία».
Η αδυναμία η ανθρώπινη τα καθιστά όλα αυτά
φυσιολογικά. Δεν είναι όμως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι είναι
παράνομα. Και η δύναμη εκείνη που πραγματικά μπορεί να σταματήσει κάθε είδους
παράνομη δραστηριότητα στο βουνό είμαστε όλοι εμεί – ένας- ένας χωριστά και
όλοι μαζί. Υπάρχει λύση άραγε;
Κατά τη γνώμη μου υπάρχει και είναι απλή. Να
καθίσουμε όλοι μας στο θρανίο, να αρχίσουμε να διαβάζουμε, να μαθαίνουμε, να
γίνουμε καλοί και να αποκτήσουμε περισσότερες γνώσεις, χρήσιμες για τη φύση και
τις λειτουργίες της, περισσότερο δε χρήσιμες θα ‘λεγα, για εμάς τους ίδιους. Και
κατ’ επέκταση και για το κυνήγι. Η μάθηση, η παιδεία, τα φτιάχνει όλα τα
πράγματα καλά, τα βάζει στη θέση τους, σε τάξη, με σύνεση και σοφία. Πρέπει
όμως κατά κάποιο τρόπο να αποκτήσουμε τη γνώση αυτή και να την μεταφέρουμε αν
μπορούμε. Σαν κυνηγοί που είμαστε, έχουμε πιστεύω τη διάθεση να περισώσουμε και
να ασφαλίσουμε το κυνήγι μας.
Αυτά τα απλά θέματα, οι φίλοι μας στο κόσμο Γάλλοι,
Γερμανοί, Ελβετοί, Αμερικάνοι, Άγγλοι κτλ. τα έχουν λυμένα εδώ και δεκαετίες. Γιατί
το κυνήγι γι’ αυτούς είναι μία πολύ σοβαρή υπόθεση και δεν το άφησαν στη τύχη
του όπως εμείς εδώ. Και μόνο να ζηλέψει μπορεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο
έχουν εντάξει το κυνήγι στη ζωή τους. Εύκολα βέβαια θα αναλογιστεί κανείς: μα τι λες; Εδώ αφήσαμε στο έλεος του θεού τις
ζωές μας, επιτρέψαμε σε ανάλγητους πολιτικούς να μιλάνε εξ ονόματός μας, με το
κυνήγι θα ασχοληθούμε;
Σαν κυνηγοί που είμαστε, ας κάνουμε εμείς την αρχή
από το κυνήγι, οι δάσκαλοι από το σχολείο κτλ., η κάθε δηλαδή κοινωνική ομάδα
από τον δικό της χώρο κι ένα νέο ξεκίνημα. Ας καθίσουμε στα θρανία για αρχή και
μετά συνεχίζουμε…
Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την
Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012.