Λίγοι μήνες πέρασαν χωρίς κυνήγι αλλά φάνηκαν σαν αιώνας. Η επαφή με τις μυρωδιές και το πυκνό, το κελαριστό νερό στο ρυάκι, το γλυκοχάραμα, οι ιχνηλασίες, μα και τόσα ακόμα μας έλειψαν. Για δύο χρόνια μας έλειψαν και οι φωτιές αλλά φρόντισε γι’ αυτό ο «στρατηγός άνεμος» και οι οικοπεδοφάγοι της Αττικής. Δυστυχώς για άλλη μία φορά, η φωτιά έφερε στην επιφάνεια το χαμηλό επίπεδο αυτών όλων που ζητάνε πάντα την ψήφο μας. Και άρχισε ο αλληλοσπαραγμός και η «βαθιά συγκίνηση» εκείνων που έφτασαν τη χώρα μας στον πάτο.
Στην Αμερική – στην περισσότερο προηγμένη χώρα στον κόσμο, οι φωτιές κρατάνε πολλές ημέρες, ίσως και μήνες. Και όμως, ποτέ δεν βγήκε κανείς να ρίξει ευθύνες στους κυβερνώντες, για ένα και απλό λόγο: «εκεί, δεν περιμένει το κράτος σωτήρες για να πάει μπροστά, όπως γίνεται σε χώρες τριτοκοσμικές όπως η δική μας. Δεν θα φανερωθεί κάποιος οικολόγος να ζητήσει την απαγόρευση του κυνηγίου στα καμένα, αφού είναι αυτονόητο πως στα καμένα δεν κυνηγά κανείς. Δεν βγαίνει ο Μπούς να κατηγορήσει τον Ομπάμα πως δεν έπραξε καλά. Εκεί στην Αμερική υπάρχει μία πολιτική και ακολουθείται από τον εκάστοτε πρόεδρο. Στο εσωτερικό της χώρας, έχει μεγάλη βαρύτητα η άποψη του αγρότη από το Τέξας που την λαμβάνει σοβαρά υπόψη της η πολιτεία. Εκεί στην Αμερική δεν κατηγορούν αλλήλους για ψύλλου πήδημα. Και φροντίζουν όλοι μαζί και καταπιάνονται με μελέτες και προγράμματα που θα βελτιώσουν τη ζωή των αμερικανών. Και για τις φωτιές έχουν τα πιο εξελιγμένα τεχνολογικά συστήματα και προσπαθούν για το καλύτερο πάντοτε». Δεν λαϊκίζουν.
Εδώ δυστυχώς, ο λαϊκισμός δεν αφήνει τίποτα ανέγγιχτο. Και φροντίζουν αυτοί που διαφεντεύουν τα πράγματα και τις ζωές μας και μας τρομάζουν με ένα σωρό απίστευτα και γελοία πράγματα, όταν μία φυσική καταστροφή αφήνει πίσω της στάχτες και αποκαΐδια. Αρχίζουν και κραυγάζουν εν χορώ ο καθένας από τη σκοπιά των δικών του συμφερόντων. Και μαζί με τους κραυγάζοντες να ‘σου και ο οικολόγος της πλάκας που ζητά «εδώ και τώρα» πενταετή απαγόρευση του κυνηγίου με αφορμή τα καμένα. Δυστυχώς, ελάχιστοι απ’ όλους αυτούς τους «σωστούς» γνωρίζουν τη φύση. Ελάχιστοι πηγαίνουν στη φύση, έχοντας σαν απάγκιο τα παγωμένα φρέντο της πλατείας. Και ακόμα λιγότεροι βρίσκονται στις φωτιές σαν εθελοντές. Ναι, οι «οργισμένοι πολίτες» έχουν άποψη και γνώμη επί παντός, πόσο μάλλον για τις φωτιές αλλά μακριά από αυτές!.
Η πατρίδα μου κινδυνεύει από τους «χλεχλέδες» και την κακώς εννοούμενη Δημοκρατία μας. Κινδυνεύει από τους «ειρηνιστές» και τους οπαδούς του «μη πόλεμου», από τους βολεμένους στα αστικά κέντρα που με τις συνεχείς οικοπεδοποιήσεις και τον συστηματικό πόλεμο των ενασχολήσεων στο δάσος, έφεραν τις φωτιές. Ναι, το δάσος εγκαταλείφτηκε και όρμησαν να το φάνε οι επιτήδειοι. Η φωτιά, είναι φυσικό φαινόμενο. Εμείς όμως με το νέο μοντέλο ζωής που μας δίνει η αστυφιλία, τη φωτιά την φτιάξαμε «παρά φύση» φαινόμενο. Όπως ακριβώς και τη ζωή μας δηλαδή.
Ο Έλληνας κυνηγός, πέρα από τις αδυναμίες του, τόσο αυτού όσο και των κυνηγετικών οργανώσεων, είναι εκείνος που προστατεύει το δάσος αιώνες τώρα. Η παρουσία του σε αυτό αποτρέπει τους «εισβολείς» και τους δυσκολεύει τη ζωή. Τον Έλληνα κυνηγό τα μεγάλα συμφέροντα τον θέλουν μακριά και έξω από το δάσος, τον θέλουν άβουλο ον, θεατή των δελτίων ειδήσεων. Και φροντίζουν κάθε φορά που τους κυκλώνει η άγνοια, να ρίξουν τις ευθύνες πρώτα στον κυνηγό - «ο αναμάρτητος πρώτος τω λίθω βαλέτω»
Δυστυχώς, η ψυχολογία της μάζας είναι επιστήμη και η εφαρμογή της στον Έλληνα πολίτη έχει μεγάλη απήχηση. Ειδικά έπειτα από ένα σεισμό ή μία φωτιά.
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό της Απογευματινής "Κυνήγι" την Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009.