Τα μπάνια του λαού, αρχίνησαν νωρίτερα φέτος – σύμμαχος η ζέστη της εποχής, μα και το έγκλημα της καταλήστευσης του δημόσιου χρήματος που διαπράχθηκε σε βάρος μας και μας βάζει σε βαθιά ύφεση – λες και εμείς κλέψαμε, φάγαμε, σπαταλήσαμε, τα χρήματα που λείπουν από το δημόσιο ταμείο.
Κολυμπάω και τον χειμώνα όταν οι καιροί το επιτρέπουν, συνέχεια όμως από τώρα μέχρι και τον Νοέμβριο. Συνήθεια καλή το κολύμπι, άσκηση, χαλάρωση. Και μετά, στην ερημική παραλία στον Σχοινιά, με καφέ, ένα βιβλίο παρέα, κουβεντούλα με φιλικά πρόσωπα. Και επαφή με την υγρή άμμο. Και μπορεί μερικές φορές η συννεφιά να βαραίνει το χώρο με χιλιάδες αποχρώσεις του γκρίζου, άλλες φορές πάλι, η καθαρότητα της ατμόσφαιρας και ο θολός ήλιος δίνουν ελπίδες.
Τυχαία, στη «δική μου παραλία» έχω συναντήσει αρκετές φορές και τον Έλληνα πρωθυπουργό να κολυμπά ή να κάνει τζόκινγκ. Μερικές φορές μάλιστα, έτυχε και κολυμπούσαμε μόνοι μας στα βαθιά – και τότε ένιωθα και ασφαλής γιατί στην παρέα μας αλλά με διακριτικότητα, κολυμπούσε και κάποιος βατραχάνθρωπος, επιβλέποντας προφανώς για την ασφάλεια του πρωθυπουργού.
Μετά το κολύμπι μου, που συνήθως έχει διάρκεια από μισή ως μία ώρα, αφήνω τα κύματα και τις πεταλούδες, και πιάνω τον «παγωμένο φρέντο» που με περιμένει. Ο πρωθυπουργός πίνει «γαλλικό» καφέ – θεωρεί ότι είναι ο πιο υγιεινός καφές, και μάλλον έχει δίκιο. Μάλιστα, μου κάνει εντύπωση που θέλει να κεράσει μερικές φορές. Και το λέω αυτό διότι, οι Έλληνες πολιτικοί στην πλειοψηφία τους, δεν έχουν τσέπες για να βγάζουν χρήματα, μόνο για να βάζουν. Μα δεν είναι μόνο αυτό το ασήμαντο, είναι η αμεσότητα που έχει με τον κόσμο – αν και εκεί στην παραλία συνήθως ο κόσμος είναι λιγοστός έως ελάχιστος. Είναι και ευγενής, και ακούει τον συνομιλητή του, όποιος και αν είναι. Απλός σαν άνθρωπος, δεν έχει την έπαρση άλλων πολιτικών που περιστοιχίζονται από σφουγγοκωλάριους ακόμα και στις ιδιωτικές τους στιγμές.
Δεν είμαι φίλος του, δεν είμαι ψηφοφόρος του και το ξέρει – αφού πάνω σε μία συζήτηση του το είπα, δεν είμαι εχθρός του. Έτυχε μερικές φορές στην «παραλία μου» και κολυμπήσαμε παρέα, ήπιαμε καφέ μετά το κολύμπι μας, είπαμε δυό τρία πράγματα, όπως λένε οι άνθρωποι που πατάνε στην ίδια υγρή αμμουδιά.
Μία κουβέντα που δεν έγινε
«Γιατί δεν του μιλάς για το κυνήγι και την Μπιρμπίλη;», με ρώτησε κάποτε ένα φίλος που του εξιστορούσα τα «παράξενα του μπάνιου μου». Και γιατί να του μιλήσω για το κυνήγι στην αμμουδιά του Σχοινιά; Πρωθυπουργός της χώρας είναι και όχι παντογνώστης. Γι’ αυτό έχει τους συμβούλους του, τους υπουργούς της κυβέρνησης τους, για να μην τον ερωτά ο καθένας σαν και μένα τα δικά του. «Μα εδώ άλλοι κάνουν αμάν και πώς να μιλήσουν στο πρωθυπουργό για τα προβλήματα τους κατ’ ιδίαν και σύ που σου δίνεται η ευκαιρία εύκολα και ακούραστα, αρνείσαι;»
Όχι, δεν αρνούμαι, έχω μάθει όμως να ξεχωρίζω και να σέβομαι τις ιδιωτικές στιγμές του συμπολίτη μου – έστω και αν αυτός κυβερνά τη χώρα. Παραξενιά μου; Ίσως. Αλλά για τους λόγους που πηγαίνω εγώ στη θάλασσα – πηγαίνει κι αυτός. Όπως εγώ θέλω να ξεφύγω από την καθημερινότητα και τα προβλήματά της – απολαμβάνοντας την καθαρότητα του υγρού στοιχείου με όλες τις ευεργετικές ιδιότητες του, οι ίδιες ανάγκες φαντάζομαι οδηγούν και αυτόν στις ίδιες ενασχολήσεις – στον χρόνο που ξεκλέβει από τα καθήκοντα του.
Αν σκεφτόμουν σαν τον φίλο ή ακόμα σαν και πολλούς συναδέλφους κυνηγούς, ίσως να έβγαζα την οργή μου για τα «έργα και ημέραι» της υπουργού ΠΕ.Κ.Α, για την διαβούλευση της απαγόρευσης του κυνηγίου στον Υμηττό, για τον ρατσιστικό τρόπο που αντιμετωπίζουν στελέχη του υπουργείου της τον Έλληνα κυνηγό, για την άρνηση της να συζητήσει τα προβλήματα του περιβάλλοντος με τον βαθύτερο γνώστη του, τον κυνηγό. Και άλλα ακόμα, για την οικολογική τρομοκρατία σε βάρος μας, από φανατικούς εκπροσώπους Μ.Κ.Ο, που δίχως επιστημονικά επιχειρήματα μα μόνο με κραυγές παραπληροφόρησης, προσπαθούν να ακυρώσουν το έργο μας στης Φύσης τα πράγματα. Και δεν είναι μόνο αυτά. Η υπουργός μας και οι σύμβουλοι της ξεχνούν ή δεν θέλουν να θυμούνται ότι, κι εμείς οι κυνηγοί είμαστε μέλη της ελληνικής κοινωνίας και απαιτούμε ίση και δίκαιη μεταχείριση. Δεν είμαστε κατώτερα όντα όπως αφήνουν να φανεί μέσα από διάφορα λιβελλογραφήματα.
Όμως, δεν σκέφτομαι έτσι. Και αν τον συναντήσω πάλι στην παραλία, μπορεί να κουβεντιάσουμε για χίλια δύο μικροπράγματα, αλλά για το κυνήγι δεν θα μιλήσουμε. Υπάρχουν άλλοι, οι εκπρόσωποί μας, που μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα από εμένα τα προβλήματά μας. Και υπάρχουν τα αρμόδια όργανα, που σαν πολίτης έχω κάθε δικαίωμα να στέκομαι κριτικά απέναντι στις αποφάσεις τους, όμως δεν έχω δικαίωμα να αποφασίζω εγώ αντ’ αυτών.
Το χαμένο στοίχημα
«Ευκαιρία είναι, ζήτησε του να σου δώσει συνέντευξη!», συνέχιζε απτόητος ο φίλος. Γέλασα. Σκέφτηκα ένα email που είχα στείλει προ μηνών στην υπουργό μας και ζητούσα με ευγένεια να μου δώσει μία συνέντευξη για λογαριασμό του περιοδικού. Το ωραίο εδώ, δεν είναι ότι δεν μου έδωσε συνέντευξη η υπουργός μας αλλά το ότι ποτέ δεν έλαβα μία έστω απάντηση στο μήνυμά μου – όπως τουλάχιστον η ευγένεια ορίζει. Φαίνεται πως το σύστημα λειτουργεί μέχρι εκεί που επιτρέπουν οι πράσινοι σύμβουλοι της υπουργού μας. Το χειρότερο δε, ήταν ότι έχασα και στοίχημα από τον διευθυντή του περιοδικού τον Απόστολο Αντωνάκη που μου είχε πεί: «χάνω καφέ ότι δεν θα λάβεις καμία απάντηση ποτέ!». Και δυστυχώς το κέρδισε!
Κύριε πρωθυπουργέ, μην ανησυχείτε, αν κολυμπήσουμε πάλι στα βαθιά, αν τύχει και σας κεράσω ή με κεράσετε καφέ, δεν θα πιάσουμε τέτοιες κουβέντες – και φυσικά ποτέ δεν θα τολμήσω να σας ζητήσω συνέντευξη. Εσείς για τη δουλειά αυτή έχετε την υπουργό σας κι εγώ έχω τους δικούς μου εκπρόσωπους – να καθίσουν κάτω, όπως κάνουν σε όλες τις πολιτισμένες κοινωνίες οι αρμόδιο Φορείς και να κουβεντιάσουν, να συσκεφθούν, να αποφασίσουν για τα προβλήματα του περιβάλλοντος που μας αφορούν όλους. Μπορεί η υπουργός σας από δημόσια θέση που κατέχει να τοποθετεί σε κατηγορίες τους Έλληνες πολίτες, να δηλώνει φανατική αντικυνηγός, μπορεί οι σύμβουλοι της να προέρχονται μόνο από συγκεκριμένους χώρους πράσινων Μ.Κ.Ο. που σκορπάνε αβίαστα χρήματα του δημόσιου ταμείου, αλλά εσείς ασφαλώς είστε καλά ενημερωμένος πιστεύω και αγωνίζεστε εξίσου για όλους τους Έλληνες.
Αν το φέρει η τύχη και συναντηθούμε πάλι στην παραλία του Σχοινιά – ξέρετε, εκεί κοντά στο εγκαταλελειμμένο κωπηλατοδρόμιο – άλλη μία πληγή της Ολυμπιάδας και του μόχθου μας, θα αφήσουμε στην άκρη όσα μας βασανίζουν, μας ταλαιπωρούν, μας μειώνουν σαν πολίτες τούτης της χώρας, και θα απολαύσουμε το κολύμπι μας – από τα ελάχιστα πράγματα που ακόμα έμειναν ελεύθερα στον μαρτυρικό τόπο.
Είναι δύσκολο το έργο σας και δυστυχώς περνά αναγκαστικά πάνω από τις δικές μας πλάτες. Γι’ αυτό όμως κολυμπάμε, για να αντέχουμε τα δύσκολα και να καθαρίζουμε το μυαλό μας απ’ όσα στραβά μας έφτασαν στον πάτο. Εσείς καλείστε να φανείτε πραγματικός ηγέτης στην δύσκολη ώρα που το καράβι βουλιάζει – κι εγώ καλούμαι να μάθω να κολυμπάω σε καθαρότερα νερά. Και οι δυό μας καλούμαστε να κλείσουμε οριστικά τον βούρκο όχι μόνο του Σχοινιά που μολύνει την περιοχή – αλλά αυτόν της πολιτικής και οικονομικής εξαθλίωσης. Και δυστυχώς συνένοχοι στον κατήφορο της χώρας μας, είμαστε και οι δύο.
=============================================
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο περιοδικό «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 12 Μαΐου 2010