Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

"Τύπος - Κυνήγι" - από τον Ελεύθερο Τύπο

Την Τετάρτη





Για ελεύθερους ανθρώπους και κυνηγούς

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Η τιμή της κυνηγετικής άδειας είναι κλοπή!

Όπου και αν στραφείς, θα ακούσεις το ίδιο πράγμα: «φέτος η χρονιά στους κάπρους πήγε πολύ καλά, η καλύτερη ίσως χρονιά μας. Υπάρχουν πάρα πολλοί κάπροι, υπερπληθυσμοί ολόκληροι σεργιανίζουν στα βουνά».

     Αυτή είναι η μία αλήθεια, η ευκολότερη. Η άλλη αλήθεια, η πικρή, είναι ότι φέτος βγήκαν πολλοί λιγότεροι κυνηγοί στα κυνηγοτόπια. Δεν αναφέρομαι στην ποσοστιαία διαπίστωση της ΚΣΕ που ανεβάζει στο 8-10% περίπου λιγότερες άδειες φέτος και άρα λιγότερα έσοδα προς συλλόγους και ομοσπονδίες και φυσικά και στην ίδια. Το ζητούμενο εδώ δεν είναι η οικονομική συρρίκνωση των κυνηγετικών ταμείων – που όντως είναι ένα σοβαρό πρόβλημα και θα έχει σαν πρώτο αντίκτυπο την μείωση των απολαβών των θηροφυλάκων . Υπάρχει και μία άλλη παράμετρος που δεν την δείχνουν τα οικονομικά στοιχεία και είναι η κατά πολύ μεγαλύτερη απουσία των κυνηγών – ακόμα και εκείνων που έβγαλαν άδεια με την ελπίδα πως θα κυνηγήσουν.

     Το ποσοστό των κυνηγών που είχαν άδεια και δεν κυνήγησαν είναι μεγαλύτερο κατά πολύ του 8-10%, ίσως να αγγίζει και το 30-40% - νούμερο υπερβολικό, αλλά δυστυχώς πραγματικό. Δεν βγαίνει από κάποια μελέτη ο παραπάνω συλλογισμός μου αλλά είναι εμπειρικός. Κάθε χρόνο στέναζαν τα βουνά από τις παρέες των κυνηγών, γιόμιζαν οι δρόμοι και τα κυνηγοτόπια, υπήρχε κινητικότητα, υπήρχαν φωνές. Τώρα όμως, στη χρονιά που πέρασε, ελάχιστες παρέες συναντούσες και αυτές όχι πάντα μα αραιά και που.

     Όταν συνηθίζεις και ξέρεις ότι δίπλα σου κυνηγά η τάδε παρέα, στην άλλη πλευρά η παρέα του δείνα και ούτω καθ’ εξής, σου κακοφαίνεται όταν συναντάς παντού την ερημία, την απουσία ακόμα και αυτών των κυνηγών που έχεις έλθει κατά το παρελθόν σε μικροπροστριβές. Σου βαραίνει την καρδιά η σκέψη ότι δεν ήλθε για κυνήγι ο τάδε γιατί έχει δυσκολίες. Και ο τάδε δεν είναι ένας, είναι πολλοί, εκατοντάδες, χιλιάδες. Ναι, μιλάμε για χιλιάδες κυνηγούς που δεν βγήκαν για κυνήγι έστω και αν είχαν αποκτήσει άδεια.

     Για την ΚΣΕ, μετρούν τα οικονομικά στοιχεία, για εμάς τα ανθρώπινα. Και πέραν των άλλων, ας δούν οι της συνομοσπονδίας και τις τιμές της άδειας που αγγίζουν τα όρια του παράλογου μεσούσης της κρίσης. Δεν γίνεται να έχει η άδεια 152 ευρώ, είναι κλοπή, είναι παράλογο, δεν μπορεί να φτάνει ακόμα και στα 180 ευρώ στον Έβρο ή αλλού επειδή κάποιοι έτσι γουστάρουν και δεν λογαριάζουν κανένα. Αυτά είναι γελοία πράγματα και μην ισχυριστεί κανείς ότι ελάχιστα χρήματα πηγαίνουν στα ταμεία των κυνηγών. Ας κόψουν και οι σύλλογοι περιττά έξοδα, ας κάνουν αιματηρές οικονομίες όπως κάνουμε όλοι μας, ας ελαττώσει και η ΚΣΕ τα δικά της έξοδα. Μην τα περιμένουν όλα από τον κυνηγό. Πόσο να αντέξει κι αυτός, για πόσο θα μπορεί να δίνει ακόμα τόσα χρήματα.

     Πολύ φοβάμαι ότι στην επόμενη κυνηγετική περίοδο, με τις ισχύουσες τιμές των αδειών, το ποσοστό από 10% θα φτάσει το 20% και 30% εκείνων που δεν θα βγάλουν καθόλου. Και στο φινάλε, θα γίνει το κυνήγι στην Ελλάδα ένα ελιτίστικο σπόρ για τους κατέχοντες μόνο – που σημαίνει ότι και του χρόνου θα υπάρχουν πάρα πολλά θηράματα, και του χρόνου το κυνήγι θα πάει πάρα πολύ καλά – αλλά για ποιους όμως; Για τους ελάχιστους που θα πάνε νόμιμα να κυνηγήσουν. Γιατί ασφαλώς θα πάνε και άλλοι παράνομα, δίχως άδειες και περιττά έξοδα. Και αυτούς, τους παράνομους ποιος θα τους ελέγξει; Η Θηροφυλακή; Για ποιο λόγο; Για τα ψίχουλα που θα παίρνει ο θηροφύλακας και να ρισκάρει για τον κάθε κλέφτη και λωποδύτη του δάσους;

     «Ενός κακού μύρια έπονται» λέγει ο σοφός λαός. Αν δεν ελαφρύνει η ΚΣΕ τον κυνηγό από τα χαράτσι των 150 κ 180 ευρώ ανά άδεια, αν δεν κοιτάξει τις πραγματικές ανάγκες του κυνηγού που και αυτός έχει φτάσει στα όριά του, θα ακολουθήσουν ασχήμιες στο βουνό που κανείς δεν θα μπορεί να ελέγξει – αλλά και όποιος μπορεί δεν θα το κάνει, δεν θα έχει κανένα κίνητρο.

     Με τα κυνηγοτόπια άδεια στο σύνολό τους σχεδόν, μερικές ομάδες έκαναν πανηγύρι. Μάλιστα μία εξ αυτών στη Κερπινή Καλαβρύτων θήρευσε 16 γουρούνια σε μία ημέρα. Αυτό και αν είναι επίτευγμα κυνηγετικό και μάλιστα από κυνηγούς περιωπής. Το ανωτέρω περιστατικό μου καταγγέλθηκε αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να το διασταυρώσω. Αν γνωρίζει κανείς περισσότερα, εδώ είμαστε…

====================

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 25 Οανουαρίου 2012.

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

Τύπος - Κυνήγι από τον Ελεύθερο Τύπο

Το «Τύπος – Κυνήγι» δεν θα κυκλοφορήσει την Τετάρτη 18/01/2012 λόγω της 48ωρης απεργίας που αποφασίστηκε από την Συντονιστική Επιτροπή των Συνεργαζομένων Ενώσεων στα ΜΜΕ.

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Σπήλιος ο … εκδορεύς.

Καλή Χρονιά να έχουμε, δύναμη - και ελπίδα ότι οι κόποι μας δεν θα πάνε στράφι, επειδή έτσι το θέλησαν μια χούφτα μετρίων πολιτικών που νόμισαν πως γίνηκαν θεοί και παίζουν με τις ζωές μας και το μέλλον μας.

     Τα τριχωτά στον Μοριά θα τα δούμε του χρόνου πάλι, όσοι και αν ζούμε βέβαια με όσα συμβαίνουν στη ζωή μας. Επειδή όμως η ελπίδα παθαίνει τελευταία, ναι, είμαστε αισιόδοξοι. Και δεν θα μπορούσαμε να μην είμαστε, όλοι εμείς οι άνθρωποι που αγαπάμε την φύση, ζούμε από αυτήν, και στιγμή δεν ξεχνούμε ότι είναι η Μάνα μας.

      Τα τριχωτά θηράματα στα μέρη μας τέλειωσαν, όμως η δική μας η σχέση με το βουνό, με τις ανηφοριές του, με τους αγέρηδες που δροσίζουν κι ανασταίνουν, δεν σταματά ποτέ. Όσο διαρκεί η κυνηγετική περίοδος, με αφορμή το κυνήγι, θα πάρουμε το όπλο μας να πάμε για καμιά φάσα, αλλά ως συνήθως θα μυρίσουμε το μουσκεμένο χώμα, θα μεριάσουμε μια πέτρα που φράζει ένα μονοπάτι, θα σταθούμε ακίνητοι να διαβεί παράμερά μας η πέρδικα με τα περδικόπουλα. Ναι, η πέρδικα, που την ανταμώσαμε μια φορά – αρχές καλοκαιριού πρέπει να ήταν γιατί πηγαίναμε για ψάρεμα, και μας έφραξε τον δρόμο για να περάσουν τα μικρά της! Και όταν πέρασε και το τελευταίο περδικόπουλο, μας κοίταξε αδιάφορα η μάνα και ακολούθησε τα μικρά της. Για τις μαγικές αυτές στιγμές βρισκόμαστε στο βουνό, πολλές και διαφορετικές στιγμές που αν τις αθροίσεις, έχεις τις απαντήσεις.

       Τα τριχωτά βέβαια, δεν τα εγκαταλείπουμε. Τα παρακολουθούμε συνεχώς, κρατάμε σημειώσεις, παρατηρούμε τις παραξενιές τους, τις μελετάμε – και μας αρέσει η περιπέτεια τούτη, μας φέρνει συνέχεια σε επαφή με το χώμα, μας μουσκεύει στον ιδρώτα, μας κουράζει, μας γοητεύει. Μόνο πλεονεκτήματα μπορεί να έχει η παρατήρηση της φύσης. Και το παραμικρό να καταφέρεις να μάθεις, κέρδος ανυπολόγιστο είναι.

       Κοντά όμως στα άγρια, μαθαίνουμε και τα «ήμερα», την ομάδα μας, τις βαθύτερες σκέψεις άλλων ομάδων, τις πονηριές τους ίσως. Και το παιχνίδι αυτό είναι εξίσου συναρπαστικό με την παγάνα. Μαθαίνουμε ο ένας τα χούγια του άλλου, τα συν και τα πλήν, και προχωράμε.

       Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Κώστα τον Σπήλιο. Πολύτιμο μέλος της ομάδας μας, από τα μέρη της ορεινής Ηλείας, από την πανέμορφη Βρύνα με τον πανέμορφο καφενέ του μπάρμπα Μέμμου στην πλατεία της. Ο Σπήλιος λοιπόν, είναι ο κυνηγός που θα ήθελε να έχει η κάθε ομάδα. Λιγομίλητος, αποτελεσματικός, καλός σε όλες τις δουλειές του κυνηγίου, υπάκουος σε διαταγές ανωτέρων!

       Έχει ασφαλώς και πολλά πλήν, δεν το συζητάμε. Στο πολύωρο καρτέρι θα ανάψει τα τσιγάρα του, αλλά επειδή είναι κύριος και φοβάται και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει από τον αρχηγό για την αποτρόπαιη πράξη του εν ώρα υπηρεσίας, τα αποτσίγαρα τα σβήνει στην πέτρα και τα βάζει στο σακίδιο του. Δεν αφήνει ίχνη!

       Άλλες πάλι φορές, όταν καταλαβαίνει ότι τα σκυλιά κυνηγάνε στην άλλη πλευρά του βουνού, αφήνει το όπλο στο παχύ χορτάρι και γέρνει να πάρει έναν υπνάκο που είναι και αναζωογονητικός όταν μάλιστα ολόγυρά του τον δροσίζουν πουρνάρια και ιτιές, και πλατάνια και φτέρες. Και ειδικότερα αν ακούει το κελάρυσμα του νερού να κατρακυλά στη ρεματιά, ο ύπνος δεν είναι μόνο γλυκός, είναι και ανάλαφρος. Δεν είναι για πολύ ώρα τέτοιος ύπνος, μόνο για δεκάλεπτα, που φτάνουν και περισσεύουν για τη συνέχεια της δύσκολης ημέρας.

       Το σημαντικό για την ομάδα στοιχείο είναι ότι ο Σπήλιος θεωρείται ο κορυφαίος εκδορεύς της. Αληθινός μαέστρος στη δουλειά αυτή, στο επιστέγασμα της ολοήμερης προσπάθειας, αυτός αρχινά το δικό του έργο. Δύσκολη και επίπονη η εκδορά του αγρίου, και τέχνη αληθινή. Και ο Σπήλιος την κατέχει καλά, έχει στέρεες βάσεις, το μαχαίρι στα χέρια του γίνεται αντικείμενο τέχνης. Όταν μερικές φορές μάλιστα κουράζεται από την εκδορά, ανασηκώνει το καπέλο του να πάρει φρέσκο αέρα, και να συνεχίσει να παράγει έργο. Έχει τέτοια ένταση κατά την εκδορά που δεν κάνει στάση για ένα έστω τσιγάρο. Έχει βέβαια και βοηθούς πολύτιμους κατά την ώρα της δημιουργίας του – όλους εμάς που απολαμβάνουμε τους καφέδες μας, με το ένα χέρι στη τσέπη και ασκούμε κριτική. Αρέσουν στην ομάδα μας οι κριτικές, μας χαλαρώνουν…

====================

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012.

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

"Τύπος - Κυνήγι" - από τον Ελεύθερο Τύπο

Την Τετάρτη




Για ελεύθερους ανθρώπους και κυνηγούς

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Ο «Μονιάς» της χρονιάς …

Το καπρί αυτό μας είχε γίνει εφιάλτης! Το βλέπαμε, το μυρίζαμε, το ακούγαμε, - κυρίως το νιώθαμε, πως ήταν πάντα κάπου ψηλότερα και παρακολουθούσε τις κινήσεις μας.

      Ειδικά σε μένα είχε κάνει μεγάλες πλάκες!, μερικά βράδια που πήγαινα στο σπίτι με έκανε και σταματούσα στο δρόμο για να περάσει με βήμα νωχελικό αφού φρόντιζε και μου έριχνε πάντα μία περιφρονητική ματιά. Η επαφή αυτή με τον μονιά κρατάει λίγα χρόνια, από τότε που επέλεξε την περιοχή μας για τσιφλίκι του. Και από τότε φροντίζει να δίνει το παρόν στο τόπο που όρισε να περάσει βασιλικά και όμορφα.



      Κατέβαινε νωρίς από το βουνό, πριν καλά νυχτώσει έκανε τη βόλτα του, να ξεμουδιάσει, να αλλάξει περιβάλλον – γιατί και στο γιατάκι του πόσο να καθίσει, πόσες ορμήνιες να δώσει στα νεαρά καπριά, πόσες ιστορίες να διηγηθεί από καρτέρια κυνηγών που χανόταν από αυτά σας αγέρας. Στις κατεβασιές του από το βουνό, αντάμωνε και άλλους κατοίκους του χωριού που αμέσως μου έλεγαν: «πω! πω! βρε παιδάκι μου, τι θεριό είναι αυτό; αν το δεις θα μείνεις με το στόμα ανοικτό». Και η δουλειά τούτη γινόταν καλοκαίρια και χειμώνες. Με το στόμα ανοικτό δεν έμενα όταν έκανα στάση να περάσει ο βασιλιάς δυτικά του Μαινάλου, αλλά τον χάζευα, τον παρατηρούσα και μου έκανε μεγάλη εντύπωση η σιγουριά του, η ηρεμία του. Για κορμοστασιά δεν μιλάμε, τον υπολόγιζα κοντά στα 200 κιλά.

      Παραμονή Χριστουγέννων, αξημέρωτα ακόμα, καθισμένος μέσα στο αυτοκίνητο να γλυτώσω από την φοβερή παγωνιά, ταξίδευα στην Ελλάδα με χριστουγεννιάτικα κάλαντα που άκουγα στο ραδιόφωνο. Είχα μαζί μου επίσης την καυτή σοκολάτα με το θερμός, και στο κάθισμα είχα δώσει ελαφριά κλίση προς τα πίσω. Ο κλιματισμός γλύκαινε το περιβάλλον και η ματιά ήταν καρφωμένη έξω στο σκοτάδι που άρχιζε αργά και δειλά να σπάει και να διαλύεται. Δίχως να σκεφτώ τα «γιατί», ένιωθα όμορφα, χαρούμενος σχεδόν και ας μας έχουν στείλει στον πάτο όσοι διαφεντεύουν τις ζωές μας. Η χαραυγή, αυτή η εκπληκτική στιγμή του χρόνου, ελπίδα δίνει όταν εμφανίζεται, όταν διαλύει τα βαθιά σκοτάδια και ετοιμάζει τη λάμψη του αιώνιου φωτός. Για τούτη την ευλογημένη στιγμή επί της ουσίας θέλω να βρίσκομαι στο βουνό και να κυνηγάω. Και μετά για όλα τα άλλα.

      Την ώρα που έκανα αυτές τις σκέψεις, η ομάδα διάσπαρτη σε άλλα σημεία για τον τόπο που πιάναμε να κυνηγήσουμε, ξυπνούσε σιγά- σιγά κι έβγαινε από τα αυτοκίνητα να ξεμουδιάσει – την ίδια σχεδόν ώρα που ο θηριώδης μονιάς θα ανέβαινε για το γιατάκι του, να χαλαρώσει από τις πονηριές της νύχτας.

      Όταν συγκεντρωθήκαμε στο «Λεύκο» για τα σχέδια της ημέρας, ο αρχηγός, ενθυμούμενος προηγούμενα «ατυχήματα» με κάτι λούτσες, ήταν σκεπτικός, συγκρατημένος από ενθουσιασμούς προγενέστερους και θα έλεγα σαφής και απόλυτος σχεδόν σε όσα είπε: «αν μετακινηθεί καρτέρι σήμερα θα αποβληθεί από την ομάδα για την υπόλοιπη σεζόν!» και κοιτούσε εμένα. Τι κοιτάς εμένα, του απάντησα, εγώ δεν είμαι καρτέρι. «Εσένα σε κοιτάω γιατί συνηθίζεις και παίρνεις κάτι υπνάκους που και που!». Να γελάσουν ήθελαν στην ομάδα μα το παγωμένο σχεδόν βλέμμα μου τους απέτρεψε!.

      Το θεριό το είδαμε από το τεράστιο πέλμα του να πηγαίνει σε μέρη γνώριμα για εμάς. Το κλείσαμε από παντού, ελέγξαμε κάθε εκατοστό του εδάφους για να σιγουρευτούμε. Τα καρτέρια αν και λιγοστά στήθηκαν με επιμέλεια και με τον «φόβο της αποβολής τους» παραδόξως έμειναν σαν αγάλματα στις θέσεις τους. Ο ιχνηλάτης Τσάκαλος, αν και μικροκαμωμένος, δεν δείλιασε όταν αντίκρισε τον μονιά να του ξεφυσά με υπεροψία. Άρχισε τη στάμπα του και εμείς της παγάνας με τη σειρά μας τη δική μας δουλειά.

      Όταν ξεκίνησε τον μακρύ δρόμο της ελευθερίας ο κάπρος, δεν γνώριζε ότι ο Αστυνόμος, τηρώντας τις εντολές του αρχηγού, κάθισε αμετακίνητος στη θέση του. Και ο Αστυνόμος είναι γερό ντουφέκι, το καλύτερο της ομάδας. Όταν είδε τον άγριο τυφώνα να σκίζει το δάσος με την δύναμή του και τον καλπασμό του, επώμισε με ηρεμία και σιγουριά και από τα πενήντα μέτρα το μονόβολο του έδωσε τέλος στην βασιλική πορεία του θεριού.

      Ο Σπήλιος, είναι καλός εκδορεύς και ανέλαβε στη συνέχεια την δύσκολη τούτη δουλειά που ασφαλώς την κατέχει καλύτερα από το να πηδάει πίσω από ξερολιθιές στην εμφάνιση του κάπρου …

======================

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2011.

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

"Τύπος - Κυνήγι" - από τον Ελεύθερο Τύπο

Την Τετάρτη





Για ελεύθερους ανθρώπους και κυνηγούς

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Η θήρα ως «τρόπος ζωής», ως «άθλημα» και ως «χόμπι»

Νεότεροι κυνηγοί, υψηλότερου επιπέδου και αστικής καταγωγής τείνουν να βλέπουν τη θήρα ως βαθύτερο τρόπο ζωής, καθώς αναζητούν διέξοδο και έχουν τη δυνατότητα βαθύτερης πνευματικής αναζήτησης. Η ηλικία και ο τρόπος επαφής με τη θήρα ασκούν mεπίσης επιρροή. Όσοι ήρθαν σε επαφή με τη θήρα σε νεότερη ηλικία και από οικεία πρόσωπα (γονείς και συγγενείς), είχαν σε μεγαλύτερο βαθμό την ευκαιρία να την εντάξουν στο ευρύτερο αξιακό τους σύστημα ως ένα εναλλακτικό βαθύτερο τρόπο ζωής. Τα τριχωτά θηράματα αποτελούν ένα πιο ελκυστικό «έπαθλο» για όσους βλέπουν τη θήρα ως απλό άθλημα, ενώ τα πτερωτά έλκουν περισσότερο όσους τη θεωρούν ως τρόπο ζωής.

      Όσοι θεωρούν τη θήρα ως τρόπο ζωής εμφανίζουν μεγαλύτερη μοναχικότητα στη μετακίνησή τους και προτιμούν ήσυχους κυνηγότοπους (όχι απαραίτητα με πολλά θηράματα) και σε πιο απομακρυσμένες αποστάσεις. Άρα αναζητούν έναν εναλλακτικό κόσμο στη θήρα, σε αντίθεση με τους άλλους που βλέπουν τη θήρα ως άθλημα ή χόμπι και αναζητούν μια πιο άμεση εκτόνωση. Επίσης, όσοι αναζητούν στη θήρα έναν τρόπο ζωής, επιθυμούν τη νομιμοποίηση και χρήση περισσότερων κυνηγετικών μέσων, ώστε να εμπλουτίσουν τις εμπειρίες τους και τείνουν να συγκεντρώνουν πληθώρα όπλων για δημιουργία μικροπεριβάλλοντος ιδιαίτερης κουλτούρας. Προτιμούν επίσης τα καλαίσθητα και ενδεχομένως πολύπλοκα όπλα. Επιδεικνύουν δηλαδή μια αναζήτηση αξιών υλιστικού χαρακτήρα στην τεχνολογία του κυνηγιού.

Η συνέχεια ολόκληρης της καταπληκτικής μελέτης σε μορφή pdf εδώ.
 
 
Πηγή δημοσιεύματος: "Κυνήγι στην Ελλάδα"