Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Ο αγριόχοιρος της Πελοποννήσου από τον Κυνηγ. Συλ. Μεγαλόπολης


Ο αγριόχοιρος της Πελοποννήσου έγινε 20 χρόνων. Ενηλικιώθηκε!!


1989 – 2009, ο κάπρος στην Πελοπόννησο ενηλικιώθηκε, έγινε 20 χρονών! Τον επανέφεραν οι κυνηγοί του «ΠΑΝ» του Κυνηγετικού Συλλόγου Μεγαλόπολης έπειτα από χιλιάδες χρόνια.. Και αφού τον έφεραν και τον άφησαν στο δάσος ελεύθερο, διώχθηκαν στην συνέχεια από κατοίκους της περιοχής. Και κάθισαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου εκείνοι που εμείς σήμερα τους χρωστάμε πολλά. Και αθωώθηκαν επειδή ο κάπρος αποτέλεσε μέρος της πανίδας της Πελοποννησιακής γης. Και για πρώτη φορά ίσως, οι κυνηγοί είχαν σύμμαχο τους οικολόγους που παρέστησαν στο δικαστήριο σαν μάρτυρες υπεράσπισης. Συναντήσαμε τον Παναγιώτη Αριδά, τον πρόεδρο την περίοδο εκείνη που έκανε τις ενέργειες και ο κάπρος επανήλθε στην Πελοπόννησο. Τον πρόεδρο που διώχθηκε ποινικά και πανηγυρικά αθωώθηκε. Στην συνάντηση που έγινε στην Τρίπολη, παραβρέθηκαν και δύο άλλοι πρόεδροι του συλλόγου «ΠΑΝ», ο πρώην πρόεδρος Δημήτρης Σωτηρόπουλος και ο σημερινός πρόεδρος Βασίλης Γεωργακόπουλος. Και οι τρεις τους είχαν ενεργό συμμετοχή στην προσπάθεια να ζήσει και πάλι ο κάπρος στη φύση της Πελοποννήσου.

Κύριε Αριδά πάμε λίγα χρόνια πίσω να δούμε πως ξεκίνησαν οι περιπέτειες;
Όταν ανέλαβα καθήκοντα προέδρου το 1988 πλαισιώθηκα από ανθρώπους που είχαμε κοινά οράματα για τον σύλλογό μας. Μέχρι τότε και ενώ ο σύλλογος είχε 800 μέλη, στις εκλογές που γινόντουσαν συμμετείχαν 15 – 20 άτομα. Κινητοποιηθήκαμε και για πρώτη φορά είχαμε στις κάλπες προσέλευση 800 μελών μας. Πήραμε δύναμη και προχωρήσαμε. Στην συνεδρίαση της «1ης Μαρτίου 1989 – πράξη 2», αποφασίσαμε να εμπλουτίσουμε την περιοχή μας με τον αγριόχοιρο. Στο επόμενο συμβούλιο στις «24 Μαρτίου 1989 – πράξη 3», αποφασίσαμε την αγορά οκτώ αγριόχοιρων – έξι θηλυκών και δύο αρσενικών, με το ποσό των 350.000 χιλ (οι 30.000 χιλ. για την μεταφορά τους). Στο συμβούλιο της «6ης Σεπτεμβρίου 1989 – πράξη 7», αποφασίσαμε την αγορά ακόμα δύο αγριόχοιρων. Τους πρώτους οκτώ αγριόχοιρους τους αγοράσαμε από τον Παναγιώτη Τουρλίδα κάτοικο Πετρώνας Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας και από τον Βίκτωρα Τσιαμτσίκα από το Αγρίδι Αιτωλοακαρνανίας Την ημέρα της απελευθέρωσης τους στην περιοχή μεταξύ «Καμάρας – Άκοβου και Δυρραχίου» - που επιλέχθηκε με τη σύμφωνη γνώμη του Δασαρχείου, παρέστη πλήθος κόσμου αλλά και εκπρόσωποι του Δασονομείου Μεγαλόπολης και του Δήμου Μεγαλόπολης. Στη συνέχεια βέβαια και όταν άρχισαν οι δικαστικές διώξεις, οι Φορείς αυτοί ήσαν απόντες.

Στην προσπάθεια σας αυτή, η Ομοσπονδία Πελοποννήσου σας βοήθησε;
Η Ομοσπονδία ήταν απούσα για τρία (3) χρόνια. Σαν εκπρόσωπος του συλλόγου μας πήγαινα στην Ομοσπονδία συνέχεια και τους εξέθετα τις απόψεις μας και μάλιστα ζητούσαμε να απαγορεύσουν τον αγριόχοιρο και ποτέ δεν το έκαναν μέσα στην τριετία. Πρόεδρος τότε της Ομοσπονδία ήταν ο κ. Μυλωνάς, εξαίρετος κατά τα άλλα άνθρωπος, που όμως ποτέ δεν μάθαμε από αυτόν, τον λόγο που η Ομοσπονδία δεν προχωρούσε σε απαγορευτική διάταξη. Αναγκαστήκαμε και κάναμε μόνοι μας περιπολίες σε καθημερινή βάση για να προστατεύσουμε την αναπαραγωγή του αγριόχοιρου καθώς βλέπαμε πως «η οικογένεια» μεγάλωνε και πλήθυνε. Αποτέλεσμα της ανεξήγητης αδράνειας της Ομοσπονδίας ήταν η ομόφωνη απόφαση που πήραμε σαν Συμβούλιο στις «15 Απριλίου 1989 – πράξη 4», και επικηρύξαμε την λαθροθηρία κατά του αγριόχοιρου με το ποσό των 150.000 χιλ. σε όποιον μας έφερνε βάσιμες πληροφορίες κατά λαθροθήρων. Ένας συνεχής αγώνας.

Οι διώξεις πότε άρχισαν;
Εμφανίστηκαν κάτοικοι της περιοχής Δυρραχίου έπειτα από κάποιο διάστημα που ισχυρίζονταν ότι οι αγριόχοιροι είχαν κάνει μεγάλες ζημιές στις καλλιέργειές τους. Και πήγαμε με το Δασαρχείο και τον αγροφύλακα και διαπιστώσαμε πως οι ζημιές ήσαν πολύ μικρές. Μάλιστα, στο δικαστήριο που εκδικάστηκαν μαζί και οι δώδεκα (12) μηνύσεις η κατηγορία ήταν «απελευθέρωση ζώων αδέσποτων στο δάσος». Κατά την ακροαματική διαδικασία δε, ένας ιερέας ισχυριζόταν πως οι αγριόχοιροι του έφαγαν 2 τόνους πατάτα!. Τον ρωτάει ο δικαστής τον ιερέα: «πόσο σπόρο είχατε βάλει;» και απαντά ο ιερέας: «50 κιλά!». Και του λέει ο δικαστής που ήταν και ο ίδιος καλλιεργητής: «δεν ντρέπεστε, ιερέας και να λέτε ψέματα;». Στο δικαστήριο που έγινε στο Λεοντάρι Αρκαδίας είχαμε μάρτυρες υπεράσπισης εκπρόσωπο από τους οικολόγους τον Θωμά Γκιόκα και τον Νικήτα Κυπρίδημο εκδότη του περιοδικού «Κυνήγι – Σκοποβολή». Παράλληλα όμως με το δικαστήριο είχαμε και την Πολιτεία που προχώρησε ακόμα περισσότερο και διενήργησε ΕΔΕ για τυχόν οικονομικές ατασθαλίες κατά την αγορά των αγριόχοιρων από τον σύλλογό μας. Το δε Δασαρχείο που από την αρχή την προσπάθειάς μας το συμβουλευόμασταν και από κοινού επιλέξαμε και τον χώρο απελευθέρωσης, στάθηκε τελικά απέναντι μας. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να συζητά ακόμα και θανάτωση των αγριόχοιρων. Δασάρχης τότε ήταν μία εξαιρετική κυρία η Δέσποινα Πιερράκου. Προφανώς όμως οι εντολές ερχόντουσαν από «άνωθεν», ίσως από το υπουργείο Γεωργίας που δεν ήθελε τον αγριόχοιρο στα μέρη μας. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί και η στάση του Δασαρχείου. Έκλεισε όμως οριστικά ο κύκλος αυτός που μας ταλαιπώρησε εκτός των άλλων και οικονομικά.

Κύριε Αριδά πότε άρχισε το κυνήγι του αγριόχοιρου στην Πελοπόννησο;
Η Ομοσπονδία Πελοποννήσου το 1995 αξιώθηκε και έβγαλε απαγορευτική διάταξη για το κυνήγι του αγριόχοιρου. Και ένα χρόνο μετά, το 1996, επέτρεψε το κυνήγι, δίχως να μπει στο κόπο να μας ενημερώσει. Διότι εμείς θέλαμε απογραφική μελέτη από ομάδα θηραματολόγων και ύστερα να αποφασιστεί η κυνηγετική διαχείριση του αγριόχοιρου. Εάν είχαμε εισακουστεί τότε, δεν θα ακούγαμε σήμερα διάφορα όπως «οι αγριόχοιροι είναι εκατομμύρια». Βέβαια, απογραφική μελέτη δεν έχει γίνει και για κανένα άλλο θήραμα στην περιοχή μας. Επί πλέον το 1996 απελευθερώσαμε και άλλους αγριόχοιρους για να αποφύγουμε περιστατικά αιμομιξίας. Σήμερα, 20 χρόνια μετά την έλευση του πρώτου αγριόχοιρου στην Πελοπόννησο, μαζί με τους κυνηγούς έφτασαν και οι λαθροθήρες, αυτοί δηλαδή που ασελγούν συστηματικά κατά της ελληνικής φύσης. Αλλά έφτασαν και οι άλλοι, αυτοί που λένε πως είναι κυνηγοί και εμπορεύονται το κρέας του κάπρου. Οι παράνομοι και όλοι αυτοί που έχουν μαζί τους ψυγεία και στρατιές «κυνηγών» Και γέμισαν οι ταβέρνες της Πελοποννήσου και όχι μόνο με το «εκλεκτό έδεσμα». Και πλουτίζουν όλοι αυτοί παράνομα από τη δική μας προσπάθεια. Αυτοί όλοι είναι μάστιγα υπαρκτή. Και τους βλέπεις στο δάσος να απαγορεύουν στον αγρότη να πάει στο χωράφι του, κλείνουν μία περιοχή και ούτε κουνούπι δεν έχει δικαίωμα να περάσει επειδή είναι «αυτοί εκεί». Και πολλά άλλα περιστατικά που στην ουσία ζημιώνουν τον πραγματικό κυνηγό, τον νομοταγή εραστή της ελληνικής φύσης. Ντρεπόμαστε πολλές φορές που είμαστε κυνηγοί βλέποντας στο δάσος αυτούς που παρανομούν συστηματικά. Ντρεπόμαστε που οι εγκληματίες του ποινικού δικαίου λαθροθήρες βρίσκονται ανάμεσά μας.

Κύριε Αριδά ο σύλλογος σας είχε βοήθειες και από πού;

Στον αγώνα μας για τον αγριόχοιρο δεν είχαμε καμία βοήθεια από το Δασαρχείο Τρίπολης αλλά και από το τότε υπουργείο Γεωργίας, αντίθετα μάλιστα, είχαμε συνεχείς οχλήσεις. Αλλά και η Ομοσπονδία Πελοποννήσου απούσα ήταν. Όταν δημιουργήσαμε το πάρκο απελευθέρωσης ζώων στην τοποθεσία, η ΔΕΗ μας παραχώρησε αποκατεστημένο χώρο των ορυχείων στην τοποθεσία «Αγία Βαρβάρα». Και στο πάρκο αυτό υπήρχαν λαγοί, φασιανοί, πέρδικες κ.α που απελευθερώναμε. Και ερχόταν ο κόσμος, μικροί και μεγάλοι, σχολεία από μακρινά μέρη, διευθυντικά στελέχη της ΔΕΗ κ.α. και έβλεπαν από κοντά την πανίδα της περιοχής μας. Η ΔΕΗ στάθηκε πολύτιμος βοηθός μας όλα αυτά τα χρόνια. Όμως το έργο του συλλόγου μας δεν ήταν μόνο η απελευθέρωση του αγριόχοιρου στην Πελοπόννησο αλλά και πλήθος άλλων δραστηριοτήτων. Όταν έφυγα από την προεδρία του συλλόγου, το έργο αυτό που ήταν δημιούργημα όλων μας, συνεχίστηκε. Μέχρι που έφτασε η καταραμένη φωτιά το καλοκαίρι του 2007 και έκαψε τα πάντα. Και το πάρκο μας καταστράφηκε και κάηκαν όλα τα ζώα που υπήρχαν σε αυτό. Σήμερα δε, παλεύουμε με νύχια και με δόντια για να επαναφέρουμε το πάρκο στην αρχική του κατάσταση. Οι δραστηριότητες του συλλόγου όμως δεν σταμάτησαν σε αυτά. Δημιουργήσαμε Λέσχη που συγκεντρωνόμαστε και λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία και σήμερα.. Εμπλουτίσαμε την πανίδα με φτερωτά θηράματα (φασιανός, πέρδικα), συγκροτήσαμε ομάδες πυροπροστασίας, ρίχνουμε σπόρους στους ορεινούς όγκους του λεκανοπέδιου για τις πέρδικες και τους λαγούς. Σε όλες τις εκδηλώσεις και τις δραστηριότητές μας, όλα τα μέλη του συλλόγου δουλεύαμε εθελοντικά για την μοναδική φύση μας. Και θέλω εδώ να πω ότι η Πολιτεία δεν ξέρει πώς να μας «εκμεταλλευτεί», πως να μας αξιοποιήσει σωστά όταν παρίσταται ανάγκη. Ακόμα και ο χορός μας είναι σημείο αναφοράς για την πόλη μας και την ευρύτερη περιοχή. Και ο σύλλογος μας ευτύχησε και όλοι οι πρόεδροι μετά από εμένα προσφέρουν έργο αξιοζήλευτο.

-----------------------------------------------------------------------
Ευχαριστώ πολύ τον Παναγιώτη Αριδά που κάναμε μαζί μία αναδρομή στο παρελθόν και ήλθαν πάλι στο φώς τα προβλήματα από την έλευση του κάπρου στην Πελοπόννησο. Ευχαριστώ πολύ και τους δύο προέδρους, τον νυν Βασίλη Γεωργακόπουλο και τον πρώην Δημήτρη Σωτηρόπουλο που ήσαν παρόντες στην συζήτησή μας και βοήθησαν στην εξέλιξη της αναδρομής αυτής. Και σαν κυνηγός, προτείνω στις Ομοσπονδίες Ελλάδας και Πελοποννήσου να δώσουν έναν Έπαινο στον Παναγιώτη Αριδά και στον Κυνηγετικό Σύλλογο Μεγαλόπολης, διότι, δημιούργησαν έναν καινούριο προορισμό για χιλιάδες κυνηγούς. Μία περιοχή της πατρίδας μας έχει μεγάλα οικονομικά οφέλη από αυτές τις δραστηριότητες. Και η περιφέρεια δουλεύει μία νεκρή τουριστική περίοδο αποκλειστικά από τους κυνηγούς. Που γεμίζουν τα βενζινάδικα, τα καφέ και τις ταβέρνες, αγοράζουν ντόπια προϊόντα, οι ξενώνες και τα ξενοδοχεία άγονων περιοχών απόκτησαν μεγάλη πληρότητα, και η οικονομία κινείται καλά παρά τους χαλεπούς καιρούς που διάγουμε.

Και όπως λέει και ένας αγαπητός συγχωριανός μου: «Ας μη συνεχίσουμε άλλο. Ας μη βάλουμε τέλος σ' αυτό το κείμενο, γιατί αυτά που μας αρέσουν δεν πρέπει να έχουν τέλος, γοητεία φέρνει η αναμονή, η διαδρομή προς την επίτευξη του ονείρου. Όχι κατ' ανάγκη το όνειρο....»


Στη φωτό από αριστερά προς τα δεξιά:
Βασίλης Γεωργακόπουλος – νυν πρόεδρος
Παναγιώτης Αριδάς – πρώην πρόεδρος
Δημήτρης Σωτηρόπουλος – πρώην πρόεδρος

--“Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τύπος – Κυνήγι του Ελεύθερου Τύπου» την Τρίτη 24 Μαρτίου 2009”---