Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Ο κάπρος είναι πάλι εδώ …

      Παρασκευή βράδυ η ομάδα συγκεντρώθηκε στο βουνό. Κρεμάσαμε στα δέντρα τα κλεφτοφάναρα γιατί το φως του φεγγαριού δεν είχε δύναμη. Ένα μονάχα λαμπερό μα μακρινό φως έδιναν οι γαλαξίες και τα αμέτρητα αστέρια του ουράνιου στερεώματος,

      Η ομάδα είχε κέφια. Αρχίσαμε τα γνωστά «θα» για τη επόμενη ημέρα, τα σχέδια έβγαιναν τέλεια και είχαμε την εντύπωση πως είχαμε ήδη θηρεύσει αμέτρητους κάπρους. Στα κόλπα του παραμυθιού έδωσε τέλος ο ελαφρύς ύπνος με εκείνο το βορειοανατολικό αεράκι να κατεβάζει την θερμοκρασία στους 9 C.

      Πρωί- πρωί βάλαμε την παγάνα μας, φοβούμενοι την ζέστη της ημέρας. Ήταν παράξενος ο καιρός, ο ήλιος έβγαινε καυτός όταν τον συναντούσες και όταν έφτανες σε παχύ ίσκιο η δροσιά ήταν απερίγραπτη. Ξέραμε που ήσαν περίπου τα γουρούνια, και αφήσαμε τα σκυλιά μας με πρώτο τον Τσάκαλο. Γρήγορα αυτός πήρε τον ντορό και πήγαινε καλά. Δεν άργησε να βαρέσει στάμπα. Αρχίσαμε από πίσω τις ντουφεκιές, τίποτα, έκλεισε ο λαιμός μας από τις φωνές, τα ίδια πάλι.

       Αφήσαμε την Ίρμα και τον Λεό, που πήραν άλλο ντορό και έφτασαν να βαράνε στάμπα παρέα με τον Τσάκαλο. Η παγάνα όλο και πλησίαζε, πίεζε τα γουρούνια που ήσαν πολλά, μα τίποτα, δεν σηκωνόντουσαν. Μας έκανε εντύπωση η συμπεριφορά τους. Από τα καρτέρια ακούστηκε μια ξερή ντουφεκιά, απορήσαμε. Ντουφέκισε ο Σπήλιος ένα γουρούνι περαστικό, μόνο του, δίχως σκυλί στο κατόπι του. «Το χτύπησε Σπήλιο;», «Όχι παιδιά, μου ξέφυγε».

      Περνούσε η ώρα και η ζέστη γινόταν αφόρητη, ότι φοβόμασταν ήδη συνέβαινε. Ο αρχηγός για ώρα πολύ σιωπούσε, μονάχα ο Δήμος κι εγώ δουλεύαμε από πίσω, και ο Γιωργάκης που μας πληροφορούσε για τις κινήσεις των σκυλιών μας- που έκαναν κύκλους αλλά δεν τολμούσαν περισσότερα – ήταν πολλά τα γουρούνια και φοβόντουσαν. Τις ίδιες πληροφορίες μας έδινε και ο Γιώργης που ήταν καρτέρι ψηλά στο διάσελο και είχε καλή ορατότητα του χώρου. «Μα που είναι ο αρχηγός;» ρώτησε ο Δήμος μην αντέχοντας την αναμονή. «Κοιμάται, είναι η ώρα του» του αποκρίθηκα.

       «Μπαίνω μέσα» ακούστηκε η φωνή του Δήμου. Ταράχτηκε από τον ύπνο του ο αρχηγός και ξύπνησε: «όλοι στις θέσεις σας, ο Δήμος μπαίνει μέσα». Πλησίαζε ο Δήμος στο γιατάκι των γουρουνιών, που δεν απείχε περισσότερο από 100-150 μέτρα από εμένα αλλά και τον Γιωργάκη. Ήταν βαθύς λόγγος, σε ξεμάτωνε σε κάθε σου βήμα.

      Δεν ακουγόταν το παραμικρό, μονάχα ένας λαγός παραπέρα έκανε φασαρία πηγαίνοντας να κρυφτεί - νόμιζε πως τον κυνηγούσαμε. Τα εκατό μέτρα ο Δήμος τα έκανε έρποντας σχεδόν σε είκοσι λεπτά, περιμέναμε…… επιτέλους ακούστηκε η φωνή του: «αρχηγέ, είναι μία γουρούνα με εννιά- δέκα μικρά, τι να κάνω;». «Μάζεψε τα σκυλιά να φύγουμε. Θα τα βρούμε του χρόνου», απάντησε κοφτά ο αγουροξυπνημένος αρχηγός.

      Συγκεντρωθήκαμε στο μεγάλο πουρνάρι να κολατσίσουμε, είχε μεσημεριάσει καλά. Νερό άφθονο είχαμε από την κοντινή πηγή, κρασί όσο θέλαμε από το βαρέλι του Λέντζου. Ξεκουραστήκαμε, μας πήρε για λίγο και ο ύπνος και σαν δρόσισε αποφασίσαμε ακόμα μία παγάνα, είχαμε χρόνο μέχρι τις επτά. Ανεβήκαμε ακόμα ψηλότερα, φτάσαμε σχεδόν στους περδικότοπους. Είχαν ξεκουραστεί και τα σκυλιά μας.

      Φρέσκοι όπως ήμασταν δεν αργήσαμε να φέρουμε τα άγρια στα καρτέρια μας. Επιστρέψαμε από το βουνό με δύο καπριά στη βάση μας, ένα μεγάλο κι ένα μικρότερο. Η πρώτη κυνηγετική εξόρμησή μας πήγε καλά με την σφραγίδα του Αστυνόμου και του Λέντζου. Δεν θέλαμε περισσότερα. Χορτάσαμε από ζέστη, από δροσιά, κοιμηθήκαμε του καλού καιρού και πριν και κατά την διάρκεια του κυνηγίου – όπως συνηθίζουμε άλλωστε όλοι μας και ας μην το μαρτυράμε. Να κάθεσαι σε πυκνό ίσκιο και να μην γείρεις για λίγο στο πλάι, είναι σαν να κάνεις μισή δουλειά. Τα δεκάλεπτα διαλλείματα ύπνου διώχνουν την κούραση μα κυρίως διώχνουν το άγχος από την προσπάθεια να τρέξεις, να φωνάξεις, να ακούσεις τα σκυλιά.

        Για άλλη μία φορά οι παραξενιές του Αστυνόμου επαληθεύτηκαν: «σας είπα από χθές, είδα στο δρόμο μου ποντίκι, και όταν το βλέπω, ξέρω, θα πάει καλά το κυνήγι μας». Μήπως πληρώθηκε ο χρόνος λέω και αντί για σχέδια και ιχνηλασίες, κοψίματα και παγάνες, να πηγαίνουμε κατευθείαν στις δοξασίες και να τις ερμηνεύουμε;

==============================

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011.