Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Το γεωγραφικό ανάγλυφο …

              Μου αρέσουν τα βουνά, πάντοτε τα κοιτάζω με δέος. Από τις πρώτες μου εξορμήσεις στην Πάρνηθα – από το τελεφερίκ μέχρι το καταφύγιο «Μπάφι» - τις βόλτες προς τη «Μόλα» - τη διάσχιση στο φαράγγι της «Γιαννούλας» - τους περιπάτους στη «βίλλα του Παπαδόπουλου» - τα παιχνίδια στις πλαγιές του «Αυγού» πάνω από τον «ΣΕΓΑΣ».


              Στην Πίνδο, από το Πάπιγκο μέχρι το Τσεπέλοβο με ενδιάμεσες παραμονές στο καταφύγιο και επισκέψεις στον Λάπατο, στην Αστράκα, στη Δρακόλιμνη, στον Καρτερό, στην Γκαμήλα, και άλλοτε από το καταφύγιο προς τη μονή Στομίου και τον Αώο ή πάλι στη διάσχιση του Βίκου από Κουκούλι και Βραδέτο ή από το Μονοδέντρι και από το γεφύρι του Βοϊδομάτη στην Αρίστη προς την Κόνιτσα.

              Κάθε φορά που βρίσκομαι σε μια βουνοκορφή – όποια και αν είναι αυτή – μικρή ή μεγάλη, ένα πράγμα έχω πάντα στο μυαλό μου: «πόσο τυχεροί είμαστε εμείς οι άνθρωποι που γινόμαστε δέκτες τέτοιας ομορφιάς».

              Στη Πελοπόννησο, τα βουνά έχουν μία γλυκύτητα, δεν έχουν την αψάδα της άλλης Ελλάδας, είναι πιο ήμερα. Αν με ρωτήσει κάποιος: «εσύ ποια προτιμάς;», δεν ξέρω τι να απαντήσω. Ο κάθε τόπος έχει τη δικιά του μαγεία.

              Στο τελευταίο κυνήγι του κάπρου στην Πελοπόννησο, τα επιτελικά σχέδια του αρχηγού και της ομάδας μ’ έστησαν ψηλά στο κορφοβούνι απ’ όπου η ματιά χανόταν σε απέραντες άλλες βουνοκορφές. Μπρος στα πόδια μου ένα σπάνιο γεωγραφικό ανάγλυφο είχε αφεθεί με τρόπο θαυμαστό φτιαγμένο από τον Μεγάλο Αρχιτέκτονα, τη Φύση.

             Έφτασα σχεδόν πρώτος στη θέση μου. Είχα αρκετό χρόνο μέχρι να «στηθεί» η ομάδα σύμφωνα με το σχέδιο. Έψαξα και βρήκα ένα καλό βράχο, απόθεσα το όπλο μου, το γιλέκο με τα φυσίγγια και ένα σωρό αναγκαία μικροπράγματα, σκούπισα τον ιδρώτα της κεφαλής μου και ξεκουράστηκα. Ο βράχος όμως δεν μου άρεσε, ξάπλωσα δίπλα στο παχύ χορτάρι και έβαλα στην κούπα μου αχνιστό γαλλικό καφέ. Η ματιά μου έφυγε και πήγε αιώνες πίσω. Είδε στη θέση μου ένα τσοπάνο να ξεκουράζεται και να προσέχει τα «πράματα» του. Αν σκεφτεί κανείς, η ζωή της αρχαιότητας με το σήμερα, αναλλοίωτη έχει μείνει μόνο στα βουνά, όπου δεν έφτασε ποτέ ο «πολιτισμός» και ο χρόνος δεν μετριέται γιατί απλούστατα δεν υπάρχει.

             Τα βουνά που έρχονται από την αρχή της δημιουργίας και κοντά σε αυτά και η άγρια πανίδα, κάποιοι σήμερα επιδιώκουν να μας τα στερήσουν. Πόσο μικροί μπροστά στα πράγματα της Φύσης είναι όσοι «κοπιάζουν» τάχα μου για το καλό της. Δεν έχουν καταλάβει ότι η Φύση είναι ο αληθινός Δημιουργός και δεν δέχεται προστάτες από όντα που αυτή περιθάλπει, συντηρεί, διαιωνίζει. Εμείς, με αφορμή το κυνήγι, έχουμε τη δυνατότητα να γίνουμε κοινωνοί ενός κόσμου ατόφιου, καθαρού, παρθένου. Και πιστεύουν οι αφελείς και οι εντολοδόχοι πως μπορούν να μας στερήσουν τα αυτονόητα, όχι, δεν μπορούν.



Δημοσιεύτηκε στο ένθετο περιοδικό του Ελεύθερου Τύπου «Κυνήγι» την Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2009.