Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

Ο Λύγκας στα «Κλέφτικα λημέρια»

«Ο λύγκας δεν έχει φυσικούς εχθρούς αν κι έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που σκοτώθηκε από λύκο ή τίγρη. Οι κύριοι παράγοντες θνησιμότητας του λύγκα είναι ανθρωπογενείς: τα τροχαία ατυχήματα και το λαθροκυνήγι»Το ανωτέρω υπογραμμισμένο κείμενο είναι από άρθρο για τον Λύγκα που διάβασα στον «οικολογικό τύπο». Δεν είναι φρέσκο άρθρο, έχει όμως την αξία του και το θέμα του είναι όντως πολύ ενδιαφέρον. Στο τέλος βέβαια πολλά ανάλογα άρθρα καταλήγουν στο γνωστό: «για όλα τα στραβά της φύσης ευθύνεται ο κυνηγός»

Υπάρχει λοιπόν ένας κυνηγός στο Μαίναλο – που είναι και φύλακας στο «σπίτι του Κολοκοτρώνη στο Λιμποβίσι», ο κυρ Βασίλης. Το σπίτι του Κολοκοτρώνη και η ευρύτερη περιοχή πριν μερικά χρόνια ήταν αφημένη στο έλεος του θεού, μιάς και η ελληνική Πολιτεία ασχολείται ως γνωστόν μόνο με «σπουδαία πράγματα». Ευτυχώς όμως που στην Ελλάδα υπάρχουν και εκείνοι που δίνουν από το περίσσευμα τους και μπορεί το ανύπαρκτο κράτος πολλές φορές να καυχάται. Στο Λιμποβίσι λοιπόν, ο Αρκάς τη καταγωγή μέγας ευεργέτης Παναγιώτης Αγγελόπουλος – με σχέδια του ακαδημαϊκού αρχιτέκτονα Κυδωνιάτη, ανάδειξε, όχι μόνο το «σπίτι του Κολοκοτρώνη» αλλά και τον περιβάλλοντα χώρο που είναι μεγάλος.

Και από τότε που έγινε το Λιμποβίσι τόπος επισκέψιμος σε εκδρομείς και σε λάτρεις της φύσης, «μετακόμισε» στον χώρο και ο κυρ Βασίλης ο φύλακας. Άμισθος είναι και οι βοήθειες που έχει είναι από το προσωπικό ενδιαφέρον του δημάρχου της περιοχής Φαλάνθου Κώστα Ψυχάρη. Που τον νοιάζεται όχι μόνο στα εύκολα αλλά και στις δύσκολες χειμωνιάτικες περιόδους που το χιόνι σκεπάζει τα πάντα. Και δεν είναι λίγες οι φορές όπως στις αρχές του χρόνου, που πήγε ο δήμαρχος με ερπυστριοφόρο της Πυροσβεστικής για να τον πάρει στα χαμηλότερα και να γλυτώσει από το πολικό ψύχος.
Επισκέπτομαι τον χώρο συχνά χειμώνα – καλοκαίρι. Και με τον κυρ Βασίλη τα λέμε καλά, πότε μέσα στο φυλάκιο όταν οι καιρικές συνθήκες είναι δύσκολες, και πότε έξω από αυτό με θέα το ανακαινισμένο σπίτι του γέροντα Κολοκοτρώνη. Με το καφεδάκι μας οι ιστορίες τρέχουν και διαδέχονται η μία την άλλη. Κάπως έτσι, χωρίς σειρά, ήλθε στη κουβέντα μας και ο Λύγκας που έχει χαθεί ή σπανίζει στην ελληνική επικράτεια. Και άρχισε η εξιστόρηση από τον φύλακα πως ήλθε πρώτη φορά σε «επαφή» με τον Λύγκα, πως του άφηνε τροφή σε απόμερο σημείο λίγο μακριά από το φυλάκιο, και πως αυτός ο μεγάλος αγριόγατος έμαθε και πήγαινε να πάρει το δικό του φαγητό. Τον είδες ποτέ κυρ Βασίλη; Τον ρώτησα μία φορά. «όχι, από κοντά τουλάχιστον. Μόνο μία φορά πρόλαβα – είχε και καλό φεγγάρι η βραδιά, και τον είδα να φεύγει τρομαγμένος. Όμως ένιωθα την παρουσία του συνέχεια. Εκεί δε που άφηνα το φαγητό του, έβλεπα ίχνη από τις πατημασιές του, ακόμα και τρίχες του. Μία άλλη φορά πάλι, τέτοια εποχή πρέπει να ήταν, είδα ίχνη και από δεύτερο Λύγκα στην περιοχή. Για λίγο όμως. Μετά «έβλεπα» μόνο το δικό μου».

Ο κυρ Βασίλης τις ιστορίες τις μεταφέρει με όμορφο τρόπο. Και σαν φύλακας και σαν κυνηγός που είναι. Και αρκετές φορές η παρουσία του στον ηρωικό τόπο έδιωξε κατσαπλιάδες που πήγαιναν ν’ αδειάσουν το παγκάρι του Αγιάννη – δίπλα στο φυλάκιο, και άλλες φορές πάλι, κάτι «οπλισμένες νυχτερίδες» που πήγαιναν για παράνομη θήρευση.

Εκεί ψηλά στα Κλέφτικα λημέρια ο Λύγκας μάλλον βρήκε το ταίρι του. Και σε λίγο καιρό, ίσως χρειαστεί ο κυρ Βασίλης να αποθέτει απόμερα περισσότερο φαγητό για τις ανάγκες όλης της οικογένειας. Και που ξέρει, μπορεί να αναθαρρήσει ο φαμελιάρης Λύγκας και να πάρει την οικογένεια για επίσκεψη στην αυλή του. Και αν χρειαστεί βοήθεια ο κυρ Βασίλης για να μπορέσει να συντηρήσει τους καινούριους φίλους του, όλοι εμείς οι «αιμοσταγείς δολοφόνοι» θα προστρέξουμε. Όπως κάνουμε άλλωστε όταν η σπάνια πανίδα μας κινδυνεύει να χαθεί.

-- Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Τύπος – Κυνήγι του Ελεύθερου Τύπου» την Τετάρτη 15 Απριλίου 2009 --