«Τα γουρούνια που έμειναν φέτος ακυνήγητα είναι πάρα
πολλά, χιλιάδες πολλές. Όταν βγει ο χειμώνας, θα πέσουν στις σπορές και δεν θα
αφήσουν τίποτα όρθιο. Δεν νομίζω η ποταμιά το καλοκαίρι να δει το καλαμπόκι, θα
πέσουν πάνω του τα κοπάδια».
Επιγραμματικά αναφέρω τα λόγια φίλου αγρότη που
δραστηριοποιείται στην κοιλάδα του Αλφειού και παράγει κατ’ έτος μεγάλες
ποσότητες καλαμποκιού. Με τρόμο βλέπει το μέλλον της παραγωγής του, αφού όπως
πολύ σωστά λέγει, οι ελάχιστες κυνηγετικές ομάδες που ήλθαν για το κυνήγι του
κάπρου, δεν στάθηκαν ικανές να θηρεύσουν ικανό αριθμό του.
Αληθινά τα λόγια του φίλου. Είδαμε εξάλλου στη πράξη
όσα αναφέρει. Σπάνια συναντούσες ομάδα στο βουνό να κυνηγά, όχι δίπλα σου ή
έστω κοντά σου αλλά να ακούγεται από μακριά έστω το ντουφέκι της. Βαθιά σιωπή
στο βουνό, ερημία πραγματική από κυνηγούς αγρίων. Μα και οι ελάχιστες ομάδες
που κυνήγησαν, δεν θήρευσαν όσα θα μπορούσαν και η νομοθεσία επιτρέπει.
Συναντήσαμε στο βουνό ατέλειωτα κοπάδια μεγάλα και
μικρά, των πενήντα, των σαράντα, των τριάντα ατόμων. Και όμως, τόσα άγρια και δεν
βγήκαν στα καρτέρια, ασφαλιζόντουσαν σε μέρη μυστικά, χάνονταν σαν αερικά από
το πουθενά, πονήρεψαν πολύ προς όφελός τους και προς λύπη μας. Και δικαίως τώρα
οι τοπικές αγροτικές κοινωνίες φοβούνται για την μελλούμενη παραγωγή τους.
Η οικονομική δυσπραγία του κόσμου, του κυνηγού
βεβαίως που απαιτούνται γι’ αυτόν επιπλέον μεγάλα έξοδα για τις εξορμήσεις του,
ο φόβος και η ψυχολογική πίεση των δύσκολων καιρών, όλα αυτά, αθροιστικά,
στάθηκαν εμπόδιο στο κυνήγι μας. Και δυστυχώς οι υπερπληθυσμοί του κάπρου θα
έχουν αντίχτυπο όχι μόνο στην αγροτική οικονομία που θα συρρικνωθεί εξ αιτίας
του, μα και στη ίδια την πανίδα μας, που θα πρέπει να θρέψει με ποικίλους
τρόπους το αχόρταγο ζωντανό.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει καταγραφή πληθυσμών από την
Ομοσπονδία Πελοποννήσου. Η ευθύνη βέβαια δεν είναι δική της, ή μάλλον μόνο δική
της. Δεν προβλέπεται καν από την νομοθεσία ένας οδηγός, μία τράπεζα πληροφοριών
που θα μπορούν να εισάγονται πολύτιμα στοιχεία και να ερμηνεύονται, να
αναλύονται στη συνέχεια ώστε σε κάθε κυνηγετική περίοδο να γνωρίζουμε με
ακρίβεια τους αριθμούς των αγρίων και ανάλογα με το μέγεθος των πληθυσμών να
κυνηγούνται ανά κυνηγετική εξόρμηση συγκεκριμένα άτομα, των 4, των 6, και γιατί
όχι, και των 8 ατόμων.
Ειδικά για την Πελοπόννησο που έχει και το μεγαλύτερο
πρόβλημα υπερπληθυσμών την εποχή αυτή, τα αίτια βρίσκονται σε χρόνους
περασμένους. Η φωτιά του 2007 και οι απαγορεύσεις που ακολούθησαν, ευνόησαν την
απρόσκοπτη αναπαραγωγή του κάπρου και την έντονη αύξηση του πληθυσμού του. Τα
θηράματα μειώθηκαν στα 2 ανά κυνηγετική εξόρμηση, και καλώς έγινε έτσι. Όμως
κράτησε πολύ η διάταξη αυτή. Και η θήρευση των 4 ατόμων σήμερα φαντάζει πολύ
μικρή, σε σχέση μάλιστα και με την ελάχιστη συμμετοχή κυνηγών στο κυνήγι για
τους λόγους που προανέφερα.
Η χρονιά του κάπρου λοιπόν, γι’ όσους βγήκαν στο
βουνό, δεν ήταν κακή, αλλά ούτε η καλύτερη με τόσα κοπάδια να κυκλοφορούν
ανεμπόδιστα. Για τους περισσότερους κυνηγούς όμως του μεγάλου θηράματος ήταν
πολύ άσχημη η χρονιά που πέρασε και θα αφήσει το στίγμα της. Για τους γνωστούς
πλέον λόγους να αναγκάζεσαι να καθηλώνεσαι στο σπίτι σου. Ίσως του χρόνου τα
πράγματα να πάνε καλύτερα, ίσως να φτηνύνει η ζωή, να πέσουν οι τιμές στα
καύσιμα, να μπορέσει και ο κυνηγός να ανασάνει από βάρη δυσβάστακτα.
Αν δεν συμβούν αλλαγές προς όφελος μας, να
συμβαδίζει δηλαδή το κόστος της ζωής με τους μισθούς μας, το κυνήγι σε μερικά
χρόνια θα γίνει ελιτίστικο χόμπυ, μονάχα για τους έχοντες και κατέχοντες. Θα
χάσει τις λαϊκές καταβολές του και θα ανέβει οικονομικές βαθμίδες. Μπορεί και
να θυμίζει σε λίγα χρόνια την Αγγλία η χώρα μας, όπου εκεί ακόμα το κυνήγι
είναι ενασχόληση κυρίως των «ευγενών», της ανώτερης αστικής τάξης!.
Την προοπτική αυτή την ήθελε διακαώς το πολύπαθο
ΥΠΕΚΑ προ χρόνων με την αλήστου μνήμης υπουργό του και όλο το ψευτο-οικολογικό
σινάφι που είχε εγκατασταθεί εκεί και ζούσε εις βάρος του ελληνικού λαού.
Ελπίζω κι εύχομαι να μην επαληθευτώ …
Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την
Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013.