Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Στις όχθες του ποταμού …


Κατεβαίνοντας για τον Αλφειό, η λάσπη, όσο πλησιάζαμε, δυνάμωνε, γινόταν επικίνδυνη για κάθε είδους οχήματα. Το κάλεσμα όμως του καλού μας φίλου: «για κοπιάστε απ’ εδώ παιδιά, έχει κέφια ο τόπος!», δεν μας άφησε περιθώρια επιλογών, και κατεβαίναμε….
    Τετάρτη, μέρα υγρή, τόσο, που μούλιαζες μονάχα από τον αέρα. Το πέρασμα του ποταμού το προσπεράσαμε – πάρα πολύ νερό υπήρχε στις κατεβασιές του που δεν μας επέτρεπε παρά να ακολουθήσουμε τον κύριο δρόμο. Οδηγώντας αριστερά μετά τη γέφυρα του «Σέκουλα» στρίψαμε για Μάτεσι. Από την Αρκαδία περάσαμε στην Ηλεία, στον γεμάτο τροχάλες αγροτικό δρόμο. Όταν αρχίσαμε να υψωνόμαστε στα πρανή των λόφων, το χώμα μαλάκωνε, γινόταν κόκκινο, και η λάσπη…. αυτή η λάσπη, μας έκανε και οδηγούσαμε με ανάποδα τιμόνια. Όμορφα ήταν, «καλύτερα να οδηγάς στη λάσπη παρά να περνάς το ποτάμι, τόση τρομάρα που τράβηξα τότε που πήγαμε να πνιγούμε, δεν θα την ξεχάσω ποτέ», μουρμούραγε ο αρχηγός καθισμένος δίπλα μου.
    Δεν του απάντησα, ήμουν αφοσιωμένος στο δρόμο, όμως πράγματι, τότε στον παρ’ ολίγο πνιγμό του, δεν έφερα ευθύνη, που να φανταστώ ότι δεν ήξερε κολύμπι; Πίσω μας ακολουθούσε άλλο ένα αυτοκίνητο με τη υπόλοιπη ομάδα – δεν ήμασταν πολλοί, η μισή ομάδα μόνο, το όλον πέντε άτομα. Και ο καλεσιάρης ακόμα ένας. Φτάσαμε κάποια στιγμή στην παλιά βάση εναλλακτικής εταιρείας που την έχει εγκαταλείψει εδώ και πολλά χρόνια, και μας περίμενε ο φίλος μας. Στην άκρη της βάσης έχει μια πέτρινη βρύση που παρ’ ότι ο καιρός ήταν βαρύς, πήγαμε όλοι σχεδόν να πιούμε νεράκι φρέσκο. «Η άλλη βρύση που είναι μέσα στο παραόχθιο μονοπάτι, έχει καλύτερο νερό, ελαφρύτερο» είπα στην ομήγυρη. «Ναι, και εκεί τι στήνει τις νύχτες ο …… τάδε για καρτέρι στα γουρούνια», ψιθύρισε σχεδόν ο φίλος μας ο εκ Ηλείας ορμώμενος. «Θα έχει ανάγκες να καλύψει» μονολόγησε ένας άλλος, δεν θυμάμαι ποιος.
    «Λοιπόν παιδιά, πάμε να δείτε τα γουρούνια» άρχισε ο φίλος μας και μονομιάς ξεχάσαμε τα «ανθρώπινα». Πήραμε το μονοπάτι δυτικά και φτάσαμε στο φρέσκο ντορό, παντού μύριζε καπρίλα, αφόρητη ίσως. «Βρίσκονται κοντά μας, μπορεί και εκεί στον βράχο. Για να πέρασαν απέναντι στο ποτάμι με τόσο νερό, το αποκλείω», μας είπε με δυό λόγια, και είχε δίκιο. Ο αρχηγός κι εγώ με τα σκυλιά μείναμε εκεί, οι υπόλοιποι γύρισαν πίσω στα αυτοκίνητα να πάνε να καλύψουν τα λιγοστά καρτέρια.
    Όμορφος τόπος εκεί στα μέρη του Αλφειού, ήρεμος, γλυκός, μα θορυβώδης πολύ από τα πολλά νερά. Ακόμα και τον χειμώνα η πλούσια βλάστηση δίνει τις δικές της παραστάσεις στις εικόνες που έπλασε με μεράκι η Φύση. Βρήκαμε κάτι ποτισμένες από την υγρασία κοτρώνες και καθίσαμε μέχρι να φτάσουν τα καρτέρια στις θέσεις τους. Ο αρχηγός κι εγώ ήμασταν ήρεμοι, αργοπίναμε και τους ζεστούς καφέδες μας και περιμέναμε. Τα σκυλιά μας αντίθετα, ήσαν πολύ νευρικά, μέχρι που βαρεθήκαμε και τα δέσαμε δίπλα στα δέντρα – μας είχαν κόψει τα χέρια από το άγχος τους!
    Ξεκινώντας την παγάνα, ο αρχηγός κινήθηκε παραποτάμια κι εγώ αριστερά του εκατό μέτρα μακρύτερα. Κινούμασταν σχεδόν παράλληλα. Είχε αφήσει τα σκυλιά που πήγαιναν τον ντορό με κέφι. Εμείς από κοντά, η πορεία τους ήταν δυτική, προς τα βράχια που έλεγε νωρίτερα ο Φαναριώτης φίλος μας. Δεν θα είχε περάσει μισή ώρα και ακούστηκε η άγρια στάμπα. «Τσιμουδιά άπαντες, ακίνητοι σαν αγάλματα», ρίγησε τη πλάση με τα παγωμένα λόγια του ο αρχηγός! Ακόμα κι εγώ που τον ξέρω καλά, ανατρίχιασα στο διάταγμα τούτο.
    Αρχίσαμε τις φωνές και τα «άϊντε και έλα» και προχωρούσαμε βαρώντας με τα παγανοφύσιγγα, και πλησιάζαμε, και νιώθαμε την καπρίλα να μεγαλώνει, να σκεπάζει τον υγρό αέρα, και μουλιασμένοι από ιδρώτα και υγρασία δεν αργήσαμε να έλθουμε σε οπτική επαφή με την «ωραία παρέα» που άρχισε το φευγιό από τα γιατάκια και τραβούσε δυτικότερα, προς τα καρτέρια μας.  
    «Δεν ξαναμιλάω, έρχονται επάνω σας, περιμένω μόνο καλό ραπόρτο, τέλος!». Πάλι σκιάχτηκα με τον λόγο του και μαλάκωσα κάπως όταν τον είδα να γέρνει να πάρει τη δύναμη της γης. Ξάπλωσα κι εγώ στο παχύ χορτάρι, και περιμέναμε. Όχι όμως για πολύ, γιατί ο Σπήλιος ήταν από το πρωί κεφάτος. Αυτός που συνήθως διώχνει δυό φυσίγγια, τώρα χρειάστηκε μονάχα ένα μονόβολο. Το θεριό ήταν δικό μας …
============= 
Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013.