Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Ο άγγελος ... των κάπρων


Ναι, στα κυνηγοτόπια ο χειμώνας έκανε δυνατό μπάσιμο. Και το κρύο του πρωινού είναι δυνατό, ο βοριάς με τα κέφια του στεγνώνει την βραδυνή υγρή πασπάλα και την νοτιαδούρα. Την λέξη αυτή (νοτιαδούρα) κάπως την λένε οι ναυτικοί κι οι πελαγίσιοι, αλλά εμείς οι βουνίσιοι δεν κατέχουμε «ξένες» ορολογίες.

Το κρύο φέρνει κινητικότητα. Από το άγριο χάραμα και τα μουρμουρητά του δάσους, από την κυκλωμένη φωτιά, από το λυκαυγές που διακρίνεται πίσω από τα ψηλά βουνά. Και σε αυτά τα μοναδικά, τα απλά, τα δυσεύρετα, είσαι εκεί, στο βουνό, δεμένος αρμονικά με τον χώρο. Και η άχνα από τους φρεσκοψημένους καφέδες υψώνεται και χάνεται κι ενώνεται με του αιθέρα τα μυστικά.

Με ιδανικές συνθήκες, δεν μπορεί η ομάδα να μην είναι κεφάτη. Με την αχάραγη μυσταγωγία έβαλε τα θεμέλια για την εξέλιξη του παρόντος. Και η οργάνωση της παγάνας, το στήσιμο των καρτεριών, ο εντοπισμός του ντορού, η αγωνία του ιχνηλάτη να φτάσει σε επαφή με τον κάπρο, η «σιωπηλή συζήτηση» με τα πλάσματα της φύσης – όλα αυτά και πόσα ακόμα, μας έδωσαν δύναμη. Τα άγρια ήσαν εκεί, και περίμεναν.

Είχαν προχωρήσει κόντρα στην ρεματιά που ξεχείλιζε από γάργαρο νεράκι, και είχαν περάσει στα πρανή της πλαγιάς. Σχεδόν κατακόρυφα, είχαν βρει το γιατάκι τους προστατευμένα στην πλάτη τους από τα βράχια. Και είχαν καθίσει του καλού καιρού λέγοντας τα δικά τους…..

Τα σκυλιά μας περιπλανήθηκαν κάμποση ώρα στην ρεματιά, τα μπέρδευε το νερό. Αλλά ξεπέρασαν το δύσκολο εμπόδιο κι άρχισαν να βαρούν πάλι τον ντορό χαρούμενα. «Κυνηγάνε» ακούστηκε σαν μαχαιριά η φωνή του αρχηγού. Κοφτή, απόκοσμη, δεν επέτρεπε παρά μόνο σιωπή. Μέχρι την ώρα την καλή που τα σκυλιά έφυγαν από την χαρά του ντορού και βάρεσαν στάμπα. Η άμεση επαφή με την οικογένεια των αγρίων έδωσε στα σκυλιά το νόημα της δικής τους ύπαρξης – ήταν η ιχνηλασία, ήταν το κυνήγι του ντορού, και τώρα η αναμέτρηση με το θεριό. Έκαναν απλά την δουλειά τους.

Και εμείς, άφωνοι περιμέναμε, ακούγαμε την στάμπα, την μάχη που γινόταν εκεί μέσα στο πυκνό, όταν η παγάνα και η κόντρα άρχισαν να κάνουν την δουλειά τους, να πιέζουν το θεριό για να κινήσει. Το θεριό όμως δεν έδειχνε διάθεση για βόλτες. Και τα σκυλιά το είχαν σε απόσταση ασφαλείας. Ήταν τεράστιο.

Η παγάνα αύξησε την πίεση της. Πρώτα ήσαν οι φωνές, μετά ακολούθησαν οι ξερές ντουφεκιές. Σηκώθηκε ο ογκώδης κάπρος και τα καρτέρια έμειναν ασάλευτα. Οι λέξεις του αρχηγού κυλούσαν αργά, σαν την πέτρα σκληρές, «υπάρχουν πολλά γουρούνια μέσα, τον νου σας».  Ο κάπρος όμως δεν πήγαινε στα καρτέρια, έπαιρνε τον δρόμο για να πάει ψηλότερα. Εκεί όμως ήταν η παγάνα και οι κόντρες. Μας είχε ανέβει το αίμα στο κεφάλι, πλησίαζε στις θέσεις μας ο δαίμονας, εμείς σηκώναμε τον τόπο, σταματούσε αυτός να πάρει ανάσες, συνέχιζε, εμείς το ίδιο….

Ένα παιχνίδι που κράτησε κάμποση ώρα. Πίσω στην κόντρα, ήμασταν δυό άτομα. Ο χώρος που καλύπταμε πολύ μεγάλος. Ο τρίτος της κόντρας είχε ξεχασθεί σε ένα πλάι, του λέγαμε να βγει πάλι στη θέση του, δεν έβγαινε. Μιαν ακτίνα ενάμιση χιλιομέτρου, μαζί με τον Γιωργάκη την καλύπταμε και μας είχε φύγει η ψυχή. Ο δαιμόνιος άγγελος, δεν έλεγε να ξεκολλήσει από την πλαγιά. Τι έκανε εκεί καθηλωμένος; Κοιμόταν; Ποιος ξέρει;

«Το γουρούνι μου πέρασε» ακούστηκε θλιμμένη η φωνή του Γιωργάκη. Θα το πιάσουμε, ακούστηκε ήρεμη η φωνή του αρχηγού. Πήγα γρήγορα στον Γιωργάκη, έδειχνε απογοητευμένος. «Μπορείς να μου πείς τι έκανε εκεί κάτω και δεν έβγαινε για βοήθεια ο δαιμόνιος άγγελος;», τον ρώτησα χαμογελαστός. Δεν ξέρω Άρτε, τόσες φορές ζητήσαμε να βοηθήσει.

Συγκεντρώθηκε η ομάδα και βάλαμε δρόμο για την συνέχιση της παγάνας στα ψηλότερα. Γρήγορα ο κάπρος έφτασε εκεί που θέλαμε. Ο κρότος της ντουφεκιάς από το καρτέρι μας έκανε και καταλάβαμε, τον κάπρο τον είχαμε.

Ήταν καλό το κυνήγι μας, όχι τόσο για το τελικό αποτέλεσμα, μα είχε στηθεί καλά, κάναμε όλοι την δουλειά μας. Όλοι; Εκτός του δαιμόνιου άγγελου, του φύλακα των κάπρων! Χαχαχαχα!

================

Δημοσιεύθηκε στο «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014.