Θέλω να αγιάσω και δεν μ’ αφήνουν. Να πυρωθώ στο τζάκι μου, να ακούσω τη μουσική μου, να πλάσω εικόνες από το διάβασμα, να χαϊδέψω τα βυζιά της καλής μου, να πάρω τους χυμούς της. Και άλλα όμορφα πράγματα από ένα αρπακτικό όπως και του λόγου μου.
Η ίδια η κοινωνία όπως γίνηκε, ξέφυγε από κάθε μέτρο – και κατ’ επέκταση απώλεσε και τις χαρές της ζωής. Γι’ αυτό και κινείται στο σκοτάδι, στα μαύρα μονοπάτια, χάνοντας στοιχειώδη μικροπράγματα που ορίζουν την αληθινή ζωή του ανθρώπου. Και η ανθρωπότητα σήμερα – ειδικότερα αυτή του δυτικού πολιτισμού – που γενάρχες του είναι ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, και ο Πυθαγόρας, και ο Θαλής, και όλα τα μυαλά της παλαιάς εποχής – κλυδωνίζεται από την ηθική που της δίδαξαν οι θρησκείες και παραβλέπει την λογική για να εξηγήσει τις απορίες της και να προχωρήσει.
Ηθικολογώντας λοιπόν, οι φίλοι μας οι οικολόγοι – από ποια οργάνωση δεν γνωρίζω, είναι πολλές άλλωστε και θα χαθούμε αν αρχίσουμε την καταγραφή τους – όταν το λυκόφως παραδίνεται στο έρεβος, βγαίνουν στα δάση με τις πραμάτειες τους, όλα δηλαδή τα καλούδια που εμείς οι φορολογούμενοι πολίτες έχουμε πληρώσει. Και αρχίζουν, «απόψε, εδώ στη πλαγιά ας ρίξουμε φίδια να ενισχύσουμε την πανίδα της περιοχής». Και χαίρονται σαν μικρά παιδιά που κάνουν το καλό.
Πάνε παρακάτω και αφήνουν αλεπούδες, «εδώ καλά είναι, τόσο δρόμο κάναμε από την πόλη, πουθενά δεν τις συναντήσαμε, άρα η πανίδα και εδώ θέλει ενίσχυση». Και αφήνουν τα όμορφα ζώα στο δάσος και την ώρα εκείνη η ψυχούλα τους αγαλλιάζει, νιώθουν σαν να χαϊδεύουν αιθέρια στήθη.
Κάπως έτσι σε μία ασέληνη βραδιά γέμισε η περιοχή αλεπούδες και αμολήθηκαν αυτές στα κοτέτσια και έκαναν χαρές μέσα στη νύκτα. Το πρωί η θειά Κατερίνα, έφτασε στο μικρό της κοτέτσι να συλλέξει τα αυγά. Αντίκρισε οκτώ κότες νεκρές. Το επόμενο πρωί, φτάνοντας στο κοτέτσι είδε έκπληκτη μέσα σε αυτό κατεργάρα αλεπού να κοιμάται του καλού καιρού. Πρωτύτερα είχε φάει τα αυγά και είχε φουσκώσει – ξέρετε δα, το πολύ φαγητό τις βραδινές ώρες φέρνει υπνηλία (!).
Ανάλογες δράσεις οικολογικές αυτής της μορφής με συνέπειες τραγικές για την αγρότισσα που έχει ένα μικρό κοτέτσι και συμπληρώνει το χαμηλό ούτως ή άλλως εισόδημά της, πολλές μπορούμε να εξιστορήσουμε, όμως το ζητούμενο δεν είναι εκεί. Το θέμα μας είναι άλλο, με ποια μελέτη, ποια λογική, ποια αντικειμενική γνώση, αφήνουν ότι θέλουν και όποτε θέλουν όπου τους καπνίσει; Και γιατί άραγε τις δουλειές αυτές τις κάνουν βράδυ; Φοβούνται την ημέρα μήπως τους κάψει ο ήλιος;
Οι ανεξέλεγκτες παρόμοιες δράσεις κάποιων οικολόγων γίνονται νύκτα διότι είναι παράνομες. Στην ίδια κατηγορία οι ακτιβιστές της νύκτας με τους λαθροθήρες. Λυμαίνονται από κοινού – με διαφορετικό τρόπο τη φύση και κάνουν μεγάλο κακό στην πανίδα μη γνωρίζοντας καν τι σημαίνει πανίδα.
Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Εντάξει, ξέρουμε, είναι φανατικοί αντικυνηγοί επειδή στα σεμινάρια που τους κάνουν οι καθοδηγητές, τους περνάνε εύκολα τα «θέλω τους και τους σκοπούς τους». Όμως ας αναλογιστούν, οι «εκδρομείς της νύκτας» ότι το νόμισμα έχει δύο όψεις, υπάρχει και η άλλη πλευρά. Γιατί άραγε η θειά Κατερίνα να πληρώνει την ακτιβίστικη επιπολαιότητα τους;
Τέτοια εποχή πέρυσι πλησίαζα για το χωριό, νύκτα ήταν μιάς Παρασκευής, και ο χιονιάς με το φεγγάρι έδιναν εικόνες τρόμου (!). Με την καλή μου όμως, ρολάροντας πάνω στους πάγους, ακούγοντας την μουσική μας, ζεσταινόμασταν αντί να κρυώνουμε. Στο ανάποδο πέταλο σαν φτάσαμε, απαντήσαμε ένα τσακάλι στη μέση του δρόμου να έχει πιασμένη μία αλεπού. Μας είδε ξαφνικά και την άφησε. Κυρία όμως και η κυρά Μάρω, τινάχτηκε και τράβηξε σε αντίθετη πορεία. Ναι, έχουν αφήσει και τσακάλια οι φίλοι μας στο Μαίναλο, για την πανίδα πάντοτε …
---------------------------------------------------------------------------
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο περιοδικό «Κυνήγι» του Ελεύθερου Τύπου την Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010.